Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

Μικρὲς ἱστορίες γιὰ τὸν Παπαδιαμάντη




Ὅταν πρωτοπῆγε νὰ δουλέψει στὸ «Ἄστυ», ὁ Κακλαμάνος μὲ κάποια δειλία καὶ ἐπιφύλαξη τοῦ μίλησε καὶ γιὰ τὴν ἀμοιβή:

- Ὁ μισθός σας θὰ εἶναι 150 δραχμές, εἶπε.

Ὁ Παπαδιαμάντης ἔμεινε σκεπτικός, σὰ νὰ λογάριαζε κάτι.

- Μήπως εἶναι λίγα; ρώτησε δειλὰ ὁ Κακλαμάνος, ἕτοιμος νὰ αὐξήσει τὸ ποσό.
- Πολλὲς εἶναι 150! ἀποκρίθηκε ὁ «κοσμοκαλόγερος». Μὲ φθάνουν 100.

Κι ἔφυγε βιαστικὸς καὶ ντροπαλὸς χωρὶς νὰ προσθέσει λέξη.

* * *


Στὶς ἐφημερίδες δούλευε κυρίως ὡς μεταφραστής. Πάνω σ᾿ αὐτὴ τὴ δουλειὰ εἶχε ἕνα καταχθόνιο μυστικό: Ἔκανε ἀκατανόητα στὴ μετάφραση τὰ βλάσφημα κηρύγματα τῶν σοφῶν!

«Καταχθόνιο μυστικὸ ἑνὸς χριστιανοῦ καὶ ἁμαρτία ἑνὸς ἁγίου», σημείωσε ὁ Παῦλος Νιρβάνας.

* * *

Ὁ Παπαδιαμάντης ἦταν κλειστὸς τύπος. Μιὰ φορὰ ὅμως πῆρε τὸ θάρρος καὶ ἀπήγγειλε στὸν Μητσάκη ἕνα ἐρωτικό του ποίημα. Ἐκεῖνος θέλοντας νὰ τὸν πειράξει:

-Ὥστε ἔτσι, κύριε Ἀλέξανδρε! Ἔχουμε ἔρωτες καὶ τοὺς τραγουδοῦμε τόσο ὄμορφα!

-Ἐγὼ δὲν ἔχω ἔρωτες, ἀποκρίθηκε ὁ Παπαδιαμάντης, χαμηλώνοντας τὰ μάτια. Ὁ ἥρωάς μου ἔχει!



Ρητά

Ἡ ἠθικὴ δὲν εἶναι ἐπάγγελμα καὶ ὅστις ὡς ἐπάγγελμα θέλει νὰ τὴν μετέλθῃ, πλανᾶται οἰκτρῶς καὶ γίνεται γελοῖος.

Ἠξεύρω ὅτι οὐδεὶς τολμᾷ ποτε ν᾿ ἀτενίσῃ ἐντὸς ἑαυτοῦ, ὡς εἱς βαθὺ καὶ ἀπύθμενον φρέαρ, πρὸς ὃ ἰλιγγιᾷ ἡ ὅρασις. Κατοπτρίζεσθε μᾶλλον ἐν τοῖς πράγμασι τοῦ πλησίον καὶ εὐλόγως πράττετε.

Ἡ φιλοδοξία εἶναι ἡ νόσος τῶν χορτάτων, ἡ λαιμαργία εἶναι τῶν πεινασμένων τὸ νόσημα.

Ἡ πλουτοκρατία ἦτο καὶ θὰ εἶναι ὁ μόνιμος ἄρχων τοῦ κόσμου, ὁ διαρκὴς ἀντίχριστος. Αὕτη γεννᾷ τὴν ἀδικίαν, αὕτη τρέφει τὴν κακουργίαν, αὕτη φθείρει σώματα καὶ ψυχάς. Αὕτη καταστρέφει κοινωνίας νεοπαγεῖς...

Τίς ἠμύνθη περὶ πάτρης; Καὶ τί πταίει ἡ γλαῦξ, ἡ θρηνοῦσα ἐπὶ ἐρειπίων; Πταίουν οἱ πλάσαντες τὰ ἐρείπια. Καὶ τὰ ἐρείπια τὰ ἔπλασαν οἱ ἀνίκανοι κυβερνῆται τῆς Ἑλλάδος.

Τὸ πονηρὸν πνεῦμα μαστίζει κατὰ θείαν παραχώρησιν τοὺς ἐναρέτους τῶν ἀνδρῶν.

Πρέπει νὰ παρηγορώμεθα, διότι εἰς τοιούτους δυστυχεῖς καιρούς ὅπου εὑρέθημεν, στενὰ εἶναι πανταχόθεν καὶ δὲν ὑποφέρομεν ἡμεῖς μόνον, ἀλλ᾿ ὁ κόσμος ὅλος.




ἐπιλεγμένες ἀπὸ τὰ πεζογραφήματα καὶ ποιήματά του


«Καὶ ἐξ ὅλων τῶν καρπῶν ὁ μόνος, ὅστις δὲν χρῄζει οὔτε καιροῦ οὔτε ὥρας διὰ νὰ ὡριμάσῃ, εἶναι ὁ σατανικὸς ἔρως.»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Οἱ ἔμποροι τῶν ἐθνῶν”



«Ἀπορῶ, πάτερ μου, πῶς ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει νὰ ὑπάρχῃ ἐν τῇ ὑπ᾿ αὐτοῦ δημιουργηθείσῃ φύσει αἴσθημα ἰσχυρότερον τῆς εἰς αὐτὸν πίστεως.»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Οἱ ἔμποροι τῶν ἐθνῶν”



«...Ἡ βλασφημία εἶναι φυσικὸν προϊὸν τῆς δυστυχίας καὶ οὐχὶ τῆς ἀπιστίας...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Οἱ ἔμποροι τῶν ἐθνῶν”



«... Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ ἀπελπισία λαλοῦσι μὲ ἀποσιωπητικά...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Οἱ ἔμποροι τῶν ἐθνῶν”



Ἡ γενεαλογία τῆς πολιτικῆς εἶναι συνεχὴς καὶ γνησία κατὰ τοὺς προγόνους. Ἡ ἀργία ἐγέννησε τὴν πενίαν. Ἡ πενία ἔτεκε τὴν πεῖναν. Ἡ πεῖνα παρήγαγεν τὴν ὄρεξιν. Ἡ ὄρεξις ἐγέννησε τὴν αὐθαιρεσίαν. Ἡ αὐθαιρεσία ἐγέννησε τὴν λῃστείαν. Ἡ λῃστεία ἐγέννησεν τὴν πολιτικήν.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Οἱ ἔμποροι τῶν ἐθνῶν”



«... Ἡ γενεαλογία τῆς πολιτικῆς εἶναι συνεχὴς καὶ γνησία κατὰ τοὺς προγόνους. Ἡ ἀργία ἐγέννησε τὴν πενίαν. Ἡ πενία ἔτεκε τὴν πεῖναν. Ἡ πείνα παρήγαγε τὴν ὄρεξιν. Ἡ ὄρεξις ἐγέννησε τὴν αὐθαιρεσίαν. Ἡ αὐθαιρεσία ἐγέννησε τὴν ληστείαν. Ἡ ληστεία ἐγέννησε τὴν πολιτικήν. Ἰδοὺ ἡ αὐθεντικὴ καταγωγὴ τοῦ τέρατος τούτου. ... Τότε καὶ τώρα, πάντοτε ἡ αὐτή. Τότε διὰ τῆς βίας, τώρα διὰ τοῦ δόλου... καὶ διὰ τῆς βίας. Πάντοτε ἀμετάβλητοι οἱ σχοινοβᾶται οὗτοι οἱ Ἀθίγγανοι, οἱ γελωτοποιοὶ οὗτοι πίθηκοι (καλῶ δ᾿ οὕτως τοὺς λεγόμενους πολιτικούς). Μαῦροι χαλκεῖς κατασκευάζοντες δεσμὰ διὰ τοὺς λαοὺς ἐν τῇ βαθυζόφῳ σκοτίᾳ τοῦ αἰωνίου ἐργαστηρίου των...»
λ. Παπαδιαμάντη “Οἱ ἔμποροι τῶν ἐθνῶν”



«... Ἡ μεγίστη ἐπιθυμία τοῦ γήρατος εἶναι τὸ νὰ δύναταί τις νὰ δώσῃ εἰς ἄλλους τὴν εὐτυχίαν, χωρὶς νὰ τὴν ἔχει αὐτός. Τί λέγω; Τοῦτο καθ᾿ αὐτὸ ἀποτελεῖ τὴν μεγίστην εὐτυχίαν. Μὴ φθόνει, ὦ θνητέ. Τοῦτο εἶναι θεῖον, διότι οἱ θεοὶ μόνοι δύνανται νὰ καθιστῶσιν εὐτυχεῖς. Καὶ ὁ Πλάτων ὁρίζει οὕτω τὸ θεῖον, παρέχων αὐτῷ γνωρίσματα τοιαῦτα: ῾ἀγαθός, φθόνου ἐκτὸς ὧν᾿. Ὅταν δύναταί τις νὰ εἶναι ἐκτὸς φθόνου, τότε ἀληθῶς εἶναι ὑπεράνθρωπος, τότε ἐξαίρεται, τότε θεοῦται...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ γυφτοπούλα”



«... (Περὶ τῆς Ἀφροδίτης). Πάντες οἱ θεοὶ ἐγκατελείφθησαν, καὶ οὐχὶ αὐτὴ μόνη. Τουναντίον, αὕτη ἧττον τῶν ἄλλων ἐγκατελείφθη. Πάντες οἱ θεοὶ ἐσυκοφαντήθησαν, ἀλλ᾿ οὐχὶ ὅσον αὐτή. Πάντων των αἰώνων οἱ ὑποκριταὶ καὶ οἱ ταρτοῦφοι ὑπὲρ πάσας τὰς θεὰς τὴν Κύπριδα ἐσυκοφάντησαν. Δὲν ὑπῆρξε βωμολοχία καὶ ψεῦδος, ὅπερ νὰ μὴ ἐξετόξευσαν κατὰ τῆς ἁπλουστάτης ταύτης καὶ ἀθωοτάτης θεότητος, ἥτις ἐπλάσθη κατὰ φύσιν, ὡς ἔπρεπε νὰ πλασθῇ, καὶ οὐδὲν ἔγκλημα εἶχε. Δὲν ὑπῆρξεν ἰλὺς καὶ βόρβορος, δι᾿ οὗ δὲν ἔχραναν τὸ πρόσωπον τῆς θεᾶς ταύτης οἱ ζωφεροὶ τοῦ μεσαίωνος τρωγλοδύται, δὲν ὑπῆρξε ράκος, δι᾿ οὗ δὲν ἐζήτησαν νὰ καλύψωσι τὴν γυμνότητα τῆς περικαλλοῦς ταύτης μορφῆς οἱ σεμνότυφοι ἐκεῖνοι σχολαστικοὶ ! Καὶ ἐν τῷ κρυπτῶ μὲν ἔθυον εἰς αὐτὴν καὶ εἰς τὸν Διόνυσον καὶ εἰς τὴν ἀγέλην αὐτοῦ, ἐν τῷ φανερῶ δὲ ὕβριζον καὶ διέσυρον. Παρηγορήθητι, ἀτυχὴς θεά, μέχρις οὗ ἔλθει ἡμέρα καθ᾿ ἣν πάντες οἱ λατρευταί σου ἀναφανδὸν εἰς σὲ θὰ θύωσι, καὶ οὐδεὶς θὰ τολμᾷ πλέον νὰ σὲ συκοφαντήσει...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ γυφτοπούλα”



«... Πᾶσαν σημαντικὴν κάκωσιν δύναται ἡ φύσις νὰ ὑπομείνῃ: τὴν πεῖναν, τὸ ψύχος, τὴν ὀδύνην καὶ τὴν ἔνδειαν. Ἀλλ᾿ ἡ ἔνδεια τῆς καρδίας, ὤ, αὐτὴ μαραίνει τὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχήν. Ἐπὶ τῆς γῆς δὲν δύναται νὰ ὑπάρξῃ τιμωρία σκληροτέρα τῆς ἀστοργίας καὶ τοῦ μονήρους βίου...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ γυφτοπούλα”



«... Ἡ φλόγα τοῦ ἔρωτος εἶναι πείρα καὶ εἰκὼν καὶ τύπος τοῦ αἰωνίου πυρὸς τῆς Κολάσεως...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ γυφτοπούλα”



Ἄνευ ψεύδους οὐδεμία ὑπόθεσις εὐοδοῦται. 
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Χρῆστος Μηλιώνης”



Μία δυστυχία δὲν ἔρχεται ποτὲ μόνη της. 
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ χτυπημένη”



Τώρα ὅμως ἡ πράγματι ἐπικρατοῦσα θρησκεία εἶναι ὁ πλέον ἀκάθαρτος καὶ κτηνώδης ὑλισμός. Μόνον κατὰ πρόσχημα εἶναι ἡ χριστιανοσύνη. 
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἰατρεία τῆς Βαβυλῶνος”



Ἡ πλουτοκρατία ἦτο, εἶναι καὶ θὰ εἶναι ὁ μόνιμος ἄρχων τοῦ κόσμου, ὁ διαρκὴς Ἀντίχριστος. Αὕτη γεννᾷ τὴν ἀδικίαν, αὕτη τρέφει τὴν κακουργίαν, αὕτη φθείρει σώματα καὶ ψυχάς. 
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Οἱ χαλασοχώρηδες”



Ἀλλὰ τὸ πλεῖστον κακὸν ὀφείλεται ἀναντιρρήτως εἰς τὴν ἀνικανότητα τῆς ἑλληνικῆς διοικήσεως. Θὰ ἔλεγέ τις, ὅτι ἡ χώρα αὕτη ἠλευθερώθη ἐπίτηδες, διὰ νὰ ἀποδειχθῇ, ὅτι δὲν ἦτο ἱκανὴ πρὸς αὐτοδιοίκησιν. (Περὶ τῆς ἐπιδημίας χολέρας τοῦ 1865).
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Βαρδιάνος στὰ σπόρκα”



Ὑπάρχει, νομίζω, ἀπόφθεγμά τι καθ᾿ ὁ ὁ ὄχλος ἔχει δύο ὦτα, διὰ νὰ εἰσέρχωνται αἱ νουθεσίαι διὰ τοῦ ἑνὸς καὶ νὰ ἐξέρχωνται διὰ τοῦ ἄλλου. 
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Βαρδιάνος στὰ σπόρκα”



«... Εἶναι παρατηρημένο ὅτι κανένας περισσότερο ἀπὸ ἕνα μισόστραβο δὲν ἠμπορεῖ νὰ πῇ μὲ τί ὁμοιάζει ἕνα πράμα ποὺ δὲν εἶναι ἐκεῖνο ποὺ φαίνεται... Καθὼς κι ἕνας στραβομούρης ἠμπορεῖ νὰ κάμῃ καλύτερα ἀπὸ κάθε ἄλλον μορφασμοὺς καὶ παντομίμες...κι ἕνας ποὺ δὲν εἶναι πολὺ καθαρόγλωσσος ἠμπορεῖ νὰ μιμηθῇ καλύτερα ἕναν τραυλὸν καὶ ψευδόν...κι ἕνας μισοαγράμματος ἠμπορεῖ νὰ διαβάσει καλύτερα ἕνα κακογραμμένο γράμμα...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Βαρδιάνος στὰ σπόρκα”



«Ἄγγλος ἢ Γερμανὸς ἢ Γάλλος δύναται νὰ εἶναι κοσμοπολίτης ἢ ἀναρχικὸς ἢ ἄθεος ἢ ὁ,τιδήποτε. Ἔκαμε τὸ πατριωτικὸν χρέος του, ἔκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐπαγγέλλεται, χάριν πολυτελείας, τὴν ἀπιστίαν καὶ τὴν ἀπαισιοδοξίαν. Ἀλλὰ Γραικύλος τῆς σήμερον, ὅστις θέλει νὰ κάμῃ δημοσίᾳ τὸν ἄθεον ἢ τὸν κοσμοπολίτην, ὁμοιάζει μὲ νᾶνον ἀνορθούμενον ἐπ᾿ ἄκρων ὀνύχων καὶ τανυόμενον νὰ φθάσῃ εἰς ὕψος καὶ φανῇ καὶ αὐτὸς γίγας. Τὸ ἑλληνικὸν ἔθνος, τὸ δοῦλον, ἀλλ᾿ οὐδὲν ἧττον καὶ τὸ ἐλεύθερον, ἔχει καὶ θὰ ἔχῃ διὰ παντὸς ἀνάγκην τῆς θρησκείας του. Τὸ ἐπ᾿ ἐμοί, ἐνόσω ζῶ καὶ ἀναπνέω καὶ σωφρονῶ, δὲν θὰ παύσω πάντοτε, ἰδίως δὲ κατὰ τὰς πανεκλάμπρους ταύτας ἡμέρας, νὰ ὑμνῶ μετὰ λατρείας τὸν Χριστόν μου, νὰ περιγράφω μετ᾿ ἔρωτος τὴν φύσιν καὶ νὰ ζωγραφῶ μετὰ στοργῆς τὰ γνήσια ἑλληνικὰ ἤθη. Ἐὰν ἐπιλάθωμαί σου, Ἱερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου, κολληθείη ἡ γλῶσσά μου τῷ λάρυγγί μου, ἐὰν οὐ μὴ σοῦ μνησθῶ.»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Λαμπριάτικος ψάλτης“



«... Καὶ τώρα, μετὰ εἴκοσιν ἔτη, ὅταν ἤρχισα ἤδη νὰ φθίνω, ἀφοῦ κατὰ κόρον ἐγεύθην τῆς ζωῆς ὅλην τὴν τρύγα καὶ τὴν πικρίαν, ἐὰν ἐγὼ ἐζήτουν νὰ ζώσω μὲ κηρίον τὸν ναὸν τῆς Μάρτυρος, οὔτε κηρίον πλέον ἁγνὸν θὰ ἠδυνάμην νὰ εὕρω, διότι ἀπὸ πολλοῦ ὅλοι οἱ κηροπλάσται ἐπώλουν νοθευμένα κηρία, καὶ οἱ μελισσοτρόφοι αὐτοὶ εἶχον μάθει νὰ νοθεύωσι τὸ κηρίον πρὶν τὸ πωλήσουν. Καὶ ὁ ναΐσκος τῆς Ἁγίας εἶχε περιέλθει εἰς παρακμὴν καὶ ἀτημελησίαν οἰκτράν, διότι ἡ θρησκευτικὴ εὐλάβεια μεγάλως εἶχεν ἐκπέσει ἐν τῷ μεταξύ. Δύο εἰκόνες λαδωμέναι καὶ φθαρμέναι ὑπῆρχον μόνον εἰς τὸ τέμπλον τὸ σαπρόν, ἡ μορφὴ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ δεξιά, καὶ ἀριστερὰ ἡ εἰκὼν τῆς ἀμνάδος του, τῆς στρεφούσης πρὸς αὐτὸν τὸ πρόσωπον, καὶ φαινομένης ὡς νὰ ἔκραζε μεγάλη τῇ φωνῇ: ῾Σέ, νυμφίε μου, ποθῶ!᾿. Αἱ εἰκόνες τῆς Παναγίας καὶ τοῦ Τιμίου Προδρόμου εἶχον γίνει ἄφαντοι. Ἴσως εἶχον ἀφαιρεθεῖ ἀπὸ τὰς χείρας φιλαρχαίων ἢ ἐραστῶν τῆς Βυζαντινῆς τέχνης...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ Φαρμακολύτρια”



«... Ὤ! ἑπτάκις μόνον !... ἐβδομηκοντάκις ἑπτὰ θὰ εἶχον τώρα ἀνάγκην νὰ περιζώσω τὸν ναὸν τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας !... Τοσάκις εἶχε περιεζωσμένην τὴν καρδίαν μου ἡ ἄκανθα τῆς πικρᾶς ἀγάπης, τοσάκις τὴν εἶχε περισφίξει τὸ ἑρπετὸν πάθος, τὸ δολερόν...εὐλαβούμην νὰ εἴπω εἰς τὴν Ἁγίαν, ἠσχυνόμην νὰ ὁμολογήσω πρὸς ἐμαυτόν, ὅτι ἤμην, ὀψὲ ἤδη τῆς ἡλικίας, λεία τοῦ πάθους καὶ ἕρμαιον... Ἀλλὰ πρὸς τί νὰ προσφέρω λαμπάδας καὶ μοσχολίβανον, πρὸς τί νὰ περιζώσω μὲ κηρία τὸν ναόν; Ἡ Ἁγία ἠδύνατο ἴσως νὰ μὲ θεραπεύσῃ, ἀλλ᾿ ἐγὼ δὲν ἐπεθύμουν νὰ θεραπευθῶ. Θὰ ἐπροτίμων νὰ καίωμαι εἰς τὴν φλόγαν τὴν βραδείαν... Ὑπάρχουν εἰς τὸν Παράδεισον Ἅγιοι δεχόμενοι τὰς εὐχὰς τῶν ἐρώντων; ... Τάχα ἐκεῖ, δίπλα εἰς τὸ παρεκκλήσιον τῆς Φαρμακολυτρίας, εἰς τὸ παλαιὸν ἐκεῖνο μεγαλομάρμαρον κτήριον, τὸ αἰνιγματῶδες, νὰ ὑπῆρχε τὸ πάλαι ἱερόν της Ἀφροδίτης, νὰ ὑπῆρχε βωμὸς τοῦ Ἔρωτος; Ὤ! καὶ ὅμως ἐτηκόμην... ὥρας-ὥρας ἐπεθύμουν, εἰ δυνατόν, νὰ ἰατρευθῶ. Βοήθει, Ἁγία Ἀναστασία...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ Φαρμακολύτρια”



«... Ἐγὼ εἶμαι ποὺ εἶμαι ναυαγὸς εἰς τὴν ξηράν... Ἀλλὰ σὺ μὴν ἐμπιστεύσεις εἰς τὴν θάλασσαν, μὲ τὰ φελούκια ποὺ κάνουν νερά, μήτε εἰς τὰς γυναίκας... Ἀγάπες, ἐπέφερεν ἀποτόμως ἔξαφνα, ἀγάπες, θλιβερέ μου φίλε... Ὤ, μὴν ἔχεις πίστιν εἰς τὶς ἀγάπες ! Πίστευσέ με, ὁ ἄνθρωπος, ἂν καὶ ὡς κοινωνικὸν ζῶον ἔπρεπε ν᾿ ἀγαπᾷ τοὺς πάντας, ὅλον τὸν κόσμον, ἐπειδὴ ἔχει τὴν ἀνάγκην των καὶ δὲν ἠμπορεῖ μόνος νὰ ζήσει, μ᾿ ὅλα ταῦτα, κατ᾿ οὐσίαν, οὐδένα ἀγαπᾶ, εἰ μὴ μόνον τὸν ἑαυτόν του, τὸν ὁποῖον καὶ φθείρει ἀπὸ τὴν πολλὴν φιλαυτίαν... Δι᾿ αὐτὸ λέγει κι ἕνα τροπάρι τὴν Μεγάλην Σαρακοστὴν - ἐσὺ ξεύρεις ἀπ᾿ αὐτὰ - πῶς λέγει; ... - «Αὐτοείδωλον ἐγενόμην τοῖς πάθεσι...».
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Τὰ ρόδινα ἀκρογιάλια”



«... Ἡ δὲ γυνὴ ἵνα φοβεῖται, τὸν ἄνδρα». Τῆς γίδας τὰ κέρατα εἶναι κυρτά, εἰς σημεῖον ὑποταγῆς, φαίνεται, εἰς τὸν ὑψηκέρατον τράγον. Τῆς κότας ἡ λοφιὰ εἶναι ἀμαυρὰ καὶ ταπεινή, καὶ τοῦ πετεινοῦ εἶναι κόκκινη, ὑψηλὴ καὶ ἐξηρμένη, καὶ ὅλον τὸ σῶμα του μὲ ὑψηλὰ σκέλη ἀνωρθωμένον. Παντοῦ ἡ ὑποταγὴ τῆς θηλείας εἰς τὸν ἄρρενα...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ὁ γάμος τοῦ Καραχμέτη”



«... Καὶ εἶτα προσέτι (ὁ γερὸ-Φραγκούλας), παρεκάλει διὰ τοῦ ᾄσματος τὴν Παναγίαν, νὰ εἶναι μεσίτρια πρὸς τὸν Θεόν, ῾μὴ μοῦ ἐλέγξει τὰς πράξεις, ἐνώπιον τῶν Ἀγγέλων᾿. Ὤ, αὐτὸ εἶχε τὴν δύναμιν καὶ τὸ προνόμιον νὰ κάμνει πολλὰ ζεύγη ὀφθαλμῶν νὰ κλαίωσι τὸν παλαιὸν καιρόν, ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἔκλαιον ἀκόμη ἑκούσια δάκρυα ἐκ συναισθήσεως...».
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ρεμβασμὸς τοῦ Δεκαπενταυγούστου”



Γιὰ ν᾿ ἀποκτήσῃ κανεὶς γρόσια, ἄλλος τρόπος δὲν εἶναι, πρέπῃ νἄχῃ μεγάλη τύχη, νὰ εὕρῃ στραβὸν κόσμο, καὶ νὰ εἶναι αὐτὸς μ᾿ ἕνα μάτι, δὲν τοῦ χρειάζονται δύο. Πρέπει νὰ φάῃ σπίτια, νὰ καταπιῇ χωράφια, νὰ βουλιάξῃ καράβια, μὲ τριανταὲξ τὰ ἑκατὸ θαλασσοδάνεια, τὸ διάφορο κεφάλι.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Τὰ βενέτικα”



«... Πᾶς ἄνθρωπος ἐργάζεται δι᾿ ἑαυτόν, ἐπὶ τῇ προφάσει, ὅτι ἐργάζεται διὰ τοὺς ἄλλους...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ μαυρομαντηλού”



«... καὶ μὲ τὴν γλώσσαν τὴν ἐλυποῦντο - ὤ, ἡ λύπη, ὁ οἶκτος αὐτός, ὁ ὑβριστικότερος πάσης ὕβρεως !...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ πιτρόπισσα”



«... Αὐτὸ πουλάκι μ᾿, δὲν εἶναι πράμα ποὺ θὰ κρυφτῇ. Ἔχεις ψαλίδι γιὰ νὰ κόψῃς τὶς γλῶσσες ὅλων των κοριτσιῶν ; ... Καὶ νὰ τὶς κόψεις, πουλάκι μ᾿, ἄλλες θὰ φυτρώσουνε. Μιὰ θὰ κόφτεις, δύο, τρεῖς, τέσσαρες θὰ βγαίνουνε... Δὲν ἔχουν παιδεμὸ τῶν γυναικῶν οἱ γλῶσσες...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Τῆς δασκάλας τὰ μάγια”



«Ὅταν εἶναι συμμαζωμένα ἐκεῖ - δά, μὲς στὸ σκολειό, γλιτώνει ὁ γονιὸς καὶ κάμποσα κομμάτια, παραδείγματος χάριν. Ἂς τρῶνε τὰ θρανία, ποὺ εἶναι ξύλινα, ἂς τρῶνε τοὺς πίνακες καὶ τὰ χαρτιά τους, τοὺς τοίχους καὶ τὸ πάτωμα, γιὰ νὰ εἶναι οἱ νοικοκυραῖοι ἡσυχότεροι γιὰ τὲς ἀχλαδιές των, τὲς βερικοκιές των, τὲς συκιές καὶ τ᾿ ἀμπέλια των. Ἡ καθεμιὰ πανδρεμένη, τὸ λοιπόν, πρέπει νὰ ἔχει μέρος γιὰ νὰ ξεφορτώνεται τὴν κλήρα της, ποὺ οἱ πλιότεροι ἄνδρες λείπουν χρόνο - χρονικῆς, ἡ καθεμιὰ χήρα πρέπει νὰ ἔχει μέρος γιὰ νὰ ρίχνει τὸ στριγγλικό της, τ᾿ ἀρφανό της. Ἡ καθεμιὰ ἀρχόντισσα νὰ ἔχει μέρος γιὰ νὰ βάζει τὸν πάπο της, τὸν χῆνο της, κι ἡ καθεμιὰ φτωχὴ τὸ θάρρος της καὶ τὴν ἀπαντοχή της. Αὐτά...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ δασκαλομάνα”



«... Πῶς δύναται τὶς νὰ γίνει ἀνὴρ χωρὶς ν᾿ ἀγαπήσῃ δεκάκις τουλάχιστον, καὶ δεκάκις ν᾿ ἀπατηθῇ; ...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ὁλόγυρα στὴ λίμνη”



«... Τὸ σκολειὸ δὲν ἔγινε γιὰ νὰ μαθαίνουν τὰ παιδιὰ γράμματα. Ἔγινε γιὰ νὰ μαζώνουνται οἱ κλῆρες, τὰ παλιόπαιδα, τὰ διαβολόπουλα. Πῶς μπορεῖ, τὸ λοιπόν, ἕνας γονιὸς νὰ τὰ ἔχει μπελὰ ἀπ᾿ τὸ πρωὶ ὡς τὸ βράδυ ; Καὶ ποῦ συφτάνεται ἕνας φτωχὸς νὰ τὰ θρέψει ; Μπορεῖ νὰ τὰ χορταίνει κομμάτια ; Μήπως χορταίνουν, οἱ διαόλοι, ποτὲ ; Καὶ εἶναι ἱκανὴ μία χήρα γυναίκα νὰ τρέχει ἀπὸ γιαλὸ σὲ γιαλό, ἀπὸ βράχο σὲ βράχο, γιὰ νὰ τὰ συμμαζώνει ; Γιατί πληρώνεται ὁ δάσκαλος ; Γιὰ νὰ ἔχει τὸ βάρος αὐτό, νὰ εἶναι οἱ γονιοὶ ἥσυχοι. Ὁ Θεός, ὅστις ἔκαμε τὰς ἀράχνας διὰ νὰ συλλαμβάνουν τὰς μυΐας, παρεχώρησε νὰ ὑπάρχουν οἱ τοκογλύφοι, διὰ νὰ τιμωροῦνται οἱ μέθυσοι καὶ οἱ ὀκνηροί.»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ὁ πεντάρφανος”



«-Καὶ τὰ κουνούπια πῶς νὰ ηὗραν τρόπον κι ἐσώθησαν εἰς τὴν Κιβωτόν; Κι ἡ μῦγα; καὶ τὰ μυιγαράκια; κι οἱ μουσίτσες; -Καὶ τὰ μικρόβια; (...) -Κι ὁ ψύλλος, τάχα, ποῦ νὰ ἐτρύπωσε, καὶ κατώρθωσε νὰ γλυτώσῃ; εἶπεν ἡ δασκάλα. -Δὲν ἀμφιβάλλω, ὅτι στὴν κάλτσα τῆς Νώενας θὰ ἐχώθη, ἀπήντησεν ἡ μεγαλόσωμος. Ὅλοι ἐκάγχασαν. -Μὰ ἡ ψείρα; -Ὤ, ἡ ψείρα; χωρὶς ἄλλο θὰ ἐκόλλησε στὴ γενειάδα τοῦ Νῶε.»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Ἡ κάλτσα τῆς Νώενας”



«... Ἡ γλώσσα ἡ ἑλληνικὴ ἔπρεπε νὰ βλέπει μακράν, ὡς φάρον παμφαῆ, τὴν λαμπρᾶν αἴγλην τῆς ἀρχαίας χωρὶς νὰ ἔχῃ τέρμα τὸν φάρον αὐτόν. Ὁ φάρος ὁδηγεῖ εἰς τὸν λιμένα, δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ λιμήν...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Μελετήματα καὶ ἄρθρα”



«... Εἰς τὴν ἑλληνικὴν γλώσσαν, ἄλλως νοοῦμεν, ἄλλως ὁμιλοῦμεν, καὶ ἄλλως γράφομεν...»
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Μελετήματα καὶ ἄρθρα”



Ἡ γλῶσσα αὕτη, εἰς ἣν εἶναι γεγραμμένα τό τε Εὐαγγέλιον καὶ τὰ ἱερὰ ᾄσματα, ἔχει τὸ μοναδικὸν εἰς τὸν κόσμον προνόμιον νὰ ἐξακολουθῇ καὶ μετὰ εἴκοσι αἰῶνας νὰ εἶναι ζωντανή, εἰς τὴν ἀκοὴ τουλάχιστον. Ἂς δοκιμάσῃ τις νὰ μεταφράσῃ ἓν τροπάριον εἰς τὴν δημώδη, καὶ τότε θὰ ἴδῃ ὅτι ἡ γλῶσσα ἥτις εἶναι ζωντανὴ εἰς τὰ ἡρωικὰ καὶ ἐρωτικὰ ᾄσματα τοῦ λαοῦ, εἶναι ψυχρὰ μέχρι νεκροφανείας διὰ τὰ τροπάρια. π.χ. «Ἀνοίξω τὸ στόμα μου, καὶ πληρωθήσεται πνεύματος...» Θ᾿ ἀνοίξω τὸ στόμα μου, καὶ θὰ γεμίση πνέμμα (ἢ πλέμμα, ἢ καὶ πλέγμα) καὶ λόγο θὰ βγάλω (διότι πῶς ἄλλως θ᾿ ἀποδοθῇ ἡ μεταφορὰ ἢ ἡ μετωνυμία τοῦ ἐρεύξομαι;). «Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς, μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον...» Ἀξίζει ἀληθινὰ νὰ σὲ καλοτυχίζουμε σένα τὴ Θεοτόκο, ποὺ εἶσαι πάντα καλότυχη, καὶ καθαρώτατη, καὶ μάννα τοῦ Θεοῦ μας.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Μελετήματα καὶ ἄρθρα”



Ἄλλως, διὰ νὰ γίνουν νέα θρησκευτικὰ ᾄσματα πρέπει νὰ γίνῃ πρῶτα καὶ νέα θρησκεία... Ἂς δοκιμάσουν λοιπὸν ἐκεῖνοι ποὺ τὰ ὀνειροπολοῦν αὐτὰ νὰ κάμουν θρησκείαν χειροποίητον, θρησκείαν γιὰ τὰ κέφια τους καὶ τότε θὰ καταλάβουν καὶ οἱ ἴδιοι πόσον εἶναι μωροὶ καὶ τυφλοί.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Μελετήματα καὶ ἄρθρα”



Μεταξὺ ὅλων τῶν ἐπαγγελμάτων, εἰς ὅλον τὸ Γένος, περνᾷ ἐξόχως τὸ ἐπάγγελμα τῆς θρησκείας, καθὼς καὶ τὸ τοῦ πατριωτισμοῦ.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Μελετήματα καὶ ἄρθρα”



Ἐγὼ εἶμαι τέκνον γνήσιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐκπροσωπουμένης ὑπὸ τῶν ἐπισκόπων της. Ἐὰν δὲ τυχὸν πολλοὶ τούτων εἶναι ἁμαρτωλοί, ἁρμοδία νὰ κρίνῃ εἶναι μόνον ἡ Ἐκκλησία, καὶ μόνον τὸ ἄπειρον ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἡμεῖς πρέπει νὰ ἐπικαλώμεθα.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Μελετήματα καὶ ἄρθρα”



Ἡ μεγαλυτέρα αἰτία τῆς παρακμῆς τῶν μοναστηρίων εἶναι ἡ σκανδαλώδης ἀνάμιξις τῆς Πολιτείας καὶ τῶν κοσμικῶν προσώπων εἰς τὰ καλογηρικὰ πράγματα.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Μελετήματα καὶ ἄρθρα”



Ὁ Χριστὸς εἶπεν «Ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω» καὶ ἀπεφάνθη ὅτι ὁ τελειότερος βίος δὲν εἶναι δι᾿ ὅλους, ἀλλὰ δι᾿ ἐκείνους «οἷς δέδοται», ἐννοῶν τὴν ἁγνείαν καὶ τὴν ἀκτημοσύνην, ἅτινα εἶναι ἡ βάσις τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Ἀλλὰ θὰ εἴπῃς ὅτι τώρα ἡ καλογερικὴ ἐξέπεσε. Καὶ τί δὲν ἐξέπεσεν; Ὅλοι οἱ παλαιοὶ θεσμοὶ εἶναι καλοί, ὅλους τοὺς ἐνόθευσεν ἡ ἀμάθεια καὶ ἡ κακία.
Ἀλ. Παπαδιαμάντη “Μελετήματα καὶ ἄρθρα”




πηγή:http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/alexandros_papadiamantis/various.htm#ΕΤΕΡΑ_ΡΗΤΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου