Πριν πενήντα περίπου χρόνια ένας αγιασμένος πνευματικός εξομολογούσε τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή χωρίς διακοπή. Κάποια Παρασκευή πρωί, αφού τέλεσε τη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων μπήκε στο εξομολογητάρι και τέλειωσε στις εννέα το βράδυ χωρίς να βάλει κάτι στο στόμα του.
Μόλις έφθασε στο σπίτι του λέγει στη γερόντισσα αδελφή του: «Δε σε βλέπω από την πείνα που έχω». Και η αδελφή του, του λέγει: «Μαγείρεψα ανάλαδα φασόλια». Του βάζει ένα πιάτο γεμάτο, του βάζει και ένα δεύτερο, ζήτησε και τρίτο καθώς και μπόλικο ψωμί με ελιές. Κατόπιν ξάπλωσε στον καναπέ. Τότε ή αδελφή του λέγει: «Γέροντα, λησμόνησα να σού πω. Ένα παιδί εδώ στη γειτονιά μας δαιμονίστηκε και σε περιμένουν να πας να το διαβάσεις. Οι άνθρωποι είναι πολύ ανήσυχοι και ήλθαν τρεις φορές για να σε βρουν».
Τότε ο γέροντας παίρνει το πετραχήλι του και το ευχολόγιο και πήγε στο άρρωστο παιδί. Μόλις μπήκε μέσα του λέγει το παιδί. «Τι ήλθες εδώ να κάνεις; Ήλθες να με βγάλεις;» Μίλησε φυσικά ο δαίμονας με τη γλώσσα του παιδιού. «Πήγαινε να φας ακόμη καναδυό πιάτα φασολάδα και έλα να με βγάλεις». Ο γέροντας κατέβασε το κεφάλι και έφυγε. Έμεινε τρεις μέρες τελείως νηστικός και κατόπιν πήγε και απάλλαξε το παιδί από το δαιμόνιο.
πηγή:http://xristianos.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου