Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2016

Οι τρείς Ιεράρχες



Νίκου Παππά -Θεολόγου, Δ/ντη Λυκείου Ελεούσας


Σε μια εποχή συλλογικής κατάθλιψης, με την απειλή της κρίσεως να σοβεί, καλούμαστε και φέτος να «εορτάσουμε» τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών. Αλήθεια, πόσοι από μας έχουν τη διάθεση του «εορτασμού»; Φυσικά δεν βγάζω ούτε τον εαυτό μου απέξω.

Πόσοι, ποιοι και γιατί γιορτάζουν;
 
Υπάρχει νόημα, υπάρχει πρόταση ζωής ή απλά κάνουμε μια σύναξη εντολών άνωθεν ένεκα; 

Κι όλα αυτά μπροστά στα νέα προτάγματα μιας εκπαίδευσης που δεν θα προσανατολίζεται στην καλλιέργεια του ανθρωπίνου προσώπου, αλλά στις δεξιότητες, με ό, τι αυτό συνεπάγεται.
 
Η γενική παιδεία, η καλλιέργεια πάει περίπατο.

 Κι εμείς; Άδομεν «ευλαβώς» και υποκριτικά.

 Εξαντλούμε την αγιότητα σε ομιλίες που πιθανά να μην τις ακούει κανείς και σε εορταστικές εκδηλώσεις.

Όσο μπορώ λοιπόν πιο σύντομα θα σταθώ σε ορισμένες μόνο προτάσεις των Τριών Ιεραρχών για την παιδεία, που αντί να αποτελεί πολιτικό πρόταγμα με βάση τα κοινωνικά δεδομένα, 
παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες.

 Σε μια εποχή έντονης σύγχυσης και προβολής του «νεωτερικού» προτύπου ως δογματικώς αυταποδείκτου προτάγματος καθολικής αξίας, πολλές είναι οι «φωνές» που «εις μάτην» προσπαθούν να σχετικοποιήσουν την αξία του βίου και του έργου τους.

Σε αυτά προστίθενται οι γνωστές δήθεν (νέο-)«φωταδιστικές» προσπάθειες αποδόμησης τους, που εδράζονται στην επαρχιώτικη απομίμηση –ούτε καν αντιγραφή- ξένων πολιτιστικών προτύπων και παραδόσεων. 

Η μεταμοντερνιστική –μηδενιστική μόδα, που τόσο όψιμα έφτασε στη χώρα μας, και που βασικό της πρόταγμα έχει την απαξίωση όλων των αξιών, με ειρωνικό τρόπο καταδυναστεύει κάθε υπερατομική αξία και καθιστά τον άνθρωπο «άτομο», υποκείμενο στη συστημική απροσωπία.

 Κάθε έννοια κοινωνικότητας, αλληλεγγύης, συλλογικότητας, προσωπικής ή συμβολικής ετερότητας, υγιειούς κοινοτισμού, καταλύεται και λοιδορείται. 

Σημασία έχει «να είσαι ο εαυτός σου»,δηλαδή  μόνον ό,τι προτάσσει το συμφέρον σου.

Αυτή η αποθέωση της ατομικότητας, όχι μόνο εξαίρεται, αλλά θεωρείται από κάποιους διανοούμενους ως η λύση στην κρίση των καιρών μας. 

Είμαστε «πίσω» οντολογικά και υπαρξιακά. Για να πάμε λοιπόν «μπροστά» θα πρέπει να καταστούμε «άτομα», έρμαια της απροσωπίας των νεωτερικών συστημάτων και της κερδοσκοπίας των «εχόντων και κατεχόντων» ελίτ. 
ό,τιδήποτε προ-νεωτερικό και παραδοσιακό απαξιώνεται, θεωρείται «γραφικό», ενώ παράλληλα καταδυναστεύονται και τα κοινωνικά προτάγματα, οι κοινωνικοί αγώνες, τα σύμβολα, η συλλογική ετερότητα.

Φυσικά οι φωνές αυτές αγνοούν (ή καλύτερα: τους συμφέρει να αγνοούν) ότι κάτι τέτοιο αντίκειται στην παράδοση μας , την ιδιοπροσωπία μας και την ταυτότητα μας, που συνδέεται με το κοινοτικό πνεύμα και την οντολογική προτεραιότητα των σχέσεων κοινωνίας. 

Δεν κατανοούν ότι «άλλο ανατολή και άλλο δύση», αλλά προσπαθούν με κάθε τρόπο να μας καταστήσουν παρασιτικούς καταναλωτές υπακούοντας στις ορέξεις των ολίγων, που τόσο άνετα υπηρετούν.

 Δεν νομίζω ότι υπάρχει αμφιβολία ότι η πνευματική μας ηγεσία περνά κρίση ταυτότητας και ότι ποδηγετείται από συγκεκριμένες «ομάδες συμφερόντων». 

Θα έπρεπε όμως να θυμάται την καίρια επισήμανση του Μαρκούζε: «Εκσυγχρονισμός χωρίς παράδοση συνιστά ολοκληρωτισμό». 

Φυσικά υπάρχουν πολλές εξαιρέσεις. 

Αλλά ας μην μακρηγορούμε άλλο κι ας επανέλθουμε.

30η Ιανουαρίου σήμερα και η εκκλησία μας τιμά τους «τρεις μεγίστους φωστήρας της τρισηλίου θεότητος» Βασίλειο το Μέγα, Γρηγόριο το Θεολόγο και Ιωάννη το Χρυσόστομο.
 Πρότυπα αγιότητας, παιδείας αλλά και κοινωνικοκεντρικού βίου.

 ΟΙ Τρεις τους συνέζευξαν αρμονικά το αρχαίο ελληνικό πνεύμα με τη χριστιανική διδασκαλία. 

Τη σύζευξη αυτή που ο  Αργύρης Εφταλιώτης το 1901 όρισε ως Ρωμιοσύνη. 

Τη σύζευξη αυτή που ονομάσαμε ελληνοχριστιανικό πολιτισμό και ταυτότητα που  κατά καιρούς στρεβλώθηκε και απαξιώθηκε, όταν προπαγανδιστικά χρησιμοποιήθηκε ως εθνικιστικό σύνθημα. 

 Σήμερα καλούμαστε με τη βοήθεια των Τριών αυτών μεγάλων Δασκάλων να της ξαναδώσουμε το πρωτογενές, ουσιαστικό εννοιολογικό  και σημασιολογικό περιεχόμενο ,που είναι η αναφορά στο δίπολο κλασσικού ελληνικού ορθολογισμού και Χριστιανικής Ορθοδοξίας. 

Γι’ αυτό και δικαίως έχουν χαρακτηριστεί ως προστάτες των γραμμάτων και της παιδείας.

 Η καθιέρωση του κοινού εορτασμού ανάγεται στον ια΄ αιώνα, πιθανώς επί της Βασιλείας Αλεξίου του Κομνηνού.

Το 1842, στο ελεύθερο ελληνικό κράτος, το Πανεπιστήμιο Αθηνών καθιέρωσε την εορτή των Τριών Ιεραρχών, ως ημέρα της παιδείας και μνήμης ευεργετών και δωρητών του πανεπιστημίου. 

Η γιορτή γενικεύθηκε στη συνέχεια για όλα τα σχολεία της επικράτειας ως γιορτή των ελληνικών γραμμάτων .

Ο Βασίλειος (330 – 379) γεννήθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. Ο πατέρας του ονομαζόταν Βασίλειος και ασκούσε το επάγγελμα του δικηγόρου. Η μητέρα του ονομαζόταν Εμμέλεια και έδωσε πολύ επιμελημένη αγωγή στο γιο της. Τα πρώτα του γράμματα τα έμαθε από τον πατέρα του και μετά φοίτησε σε διάφορα σχολεία της πατρίδας του και του Βυζαντίου. Όταν έγινε 20 χρονών πήγε στην Αθήνα, όπου δίδασκαν διαπρεπείς δάσκαλοι τα ελληνικά γράμματα, τη φιλοσοφία, τη ρητορική κ.λπ. Εκεί συναντήθηκε με το Γρηγόριο το Ναζιανζηνό, που τον γνώριζε από την Καισάρεια, και συνδέθηκαν με μια σπάνια φιλία. Ο Βασίλειος έμεινε στην Αθήνα 4 χρόνια και σπούδασε ελληνική φιλολογία, φιλοσοφία, ρητορική, γεωμετρία, αστρονομία και ιατρική.

Ο Γρηγόριος (328-391) γεννήθηκε στην Αριανζό, ένα χωριό κοντά στη Ναζιανζό της Καππαδοκίας. Ανατράφηκε με ιδιαίτερη φροντίδα από τη χριστιανή μητέρα του Νόννα. Έκανε ανώτερες σπουδές στην Καισάρεια της Καππαδοκίας, όπου γνώρισε το Βασίλειο και συνδέθηκε μαζί του με στενή φιλία. Συνέχισε τις σπουδές του στις φιλοσοφικές σχολές της Καισάρειας, της Παλαιστίνης, της Αλεξάνδρειας και της Αθήνας. Εκεί ξαναβρέθηκε με το Βασίλειο και η φιλία τους έγινε πιο μεγάλη.

Ο Ιωάννης (354 – 407) γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Συρίας. Ο πατέρας του Σεκούνδος ήταν ανώτερος αξιωματικός του συριακού στρατού. Η μητέρα του Ανθούσα έμεινε χήρα σε ηλικία 20 χρονών. Κύριο έργο της ήταν η ανατροφή και η μόρφωση του γιου της. Ο Ιωάννης είχε δάσκαλο στη ρητορική το Λιβάνιο και στη φιλοσοφία τον Ανδραγάθιο. Άσκησε για ένα διάστημα το επάγγελμα του δικηγόρου ή του ρητοροδιδάσκαλου. Βλέποντας όμως τις αδικίες των δικαστηρίων ακολούθησε θεολογικές σπουδές στην ακμάζουσα Θεολογική Σχολή της Αντιόχειας και κατόπιν στην Αλεξάνδρεια. Το όνομά του συνδεόταν με την έμφυτη ρητορική δεινότητα και ευγλωττία, εξ’ ου και το Χρυσόστομος, αλλά και με τη θεολογική, ψυχολογική και κοινωνική κατάρτιση και δράση. Ήταν λεπτή και πολυδιάστατη φύση. Διακρινόταν για τον ευθύ και ορμητικό του χαρακτήρα. Φερόταν με θάρρος προς τους ισχυρούς και με ηπιότητα προς τους αδυνάτους. Δεν ήταν λιγότερο σοφός από τους άλλους δύο ιεράρχες, απλά δε συστηματοποιούσε τις φιλοσοφικές του γνώσεις, τις παρουσίαζε με φυσικότητα, ζωντάνια και πάθος στα πλαίσια των έργων του. Αντιπροσωπευτικός για όλες τις εποχές ιεροκήρυκας, που μαστίγωνε με δριμύτητα τις δεισιδαιμονίες, την κοινωνική αδικία και την αθλιότητα.

Από το τεράστιο έργο τους θα σταχυολογήσουμε ελάχιστες μόνο αναφορές τους περί αγωγής και παιδείας:

Για την αγωγή και την εν γένει συμπεριφορά των νέων ο Μ. Βασίλειος τονίζει: «Χρειάζεται ὁ νέος νά μάθει νά ἐρωτᾶ χωρίς ἐριστικότητα καί νά ἀπαντᾶ χωρίς ὑπεροψία. Νά μή διακόπτει τόν συνομιλητή του, οὔτε νά παρεμβάλλει τά δικά του λόγια ἐπιδεικτικά. Ἄν ἔχει διδαχθῆ κάτι ἀπό ἄλλον νά μήν τό κρύβει σά νά ἦταν δική του σκέψη, ἀλλά νά φανερώνει τίνος εἶναι».

 Ποιος είναι ο καλός δάσκαλος;

Σύμφωνα με τον ιερό Χρυσόστομο:«Ὁ καλός δάσκαλος εἶναι ἀπαλλαγμένος ἀπό φθόνο καί ἔπαρση. Θέλει οἱ ἀρετές νά γίνουν κοινό κτῆμα τῶν μαθητῶν του, θέλει μόνο νά τούς ἐξισώσει σέ ὅλα μέ τόν ἑαυτό του» .

Κι αλλού: «Γιατί αὐτό κυρίως εἶναι τό γνώρισμα τοῦ πραγματικοῦ δασκάλου, τό νά συμπάσχει στίς συμφορές τῶν μαθητῶν του, τό νά θρηνεῖ καί νά πενθεῖ γιά τά τραύματα αὐτῶν πού ἔχει στήν εὐθύνη του» Σωστός δάσκαλος λέει ο Χρυσόστομος στην 30η ομιλία του είναι αυτός «που διδάσκει μᾶλλον παρά πού ἐλέγχει, που παιδαγωγεῖ παρά πού τιμωρεῖ, που βάζει τάξη παρά πού διαπομπεύει».

 Ποιος είναι αληθινά μορφωμένος;

Ας ακούσουμε την άποψη του αγίου Γρηγορίου: «Γιά μένα δέν εἶναι σοφός ἐκεῖνος πού ἔχει σοφία λόγου, οὔτε ἐκεῖνος πού παρουσιάζει μέν εὐφράδεια ἀλλά ἔχει ἄστατη καί ἀδιαμόρφωτη ψυχή, σάν τούς τάφους οἱ ὁποῖοι ἐξωτερικά μέν εἶναι ἐμφανίσιμοι καί ὡραῖοι ἐνῶ ἐσωτερικά κρύβουν πτώματα καί δυσωδία. Σοφό θεωρῶ ἐκεῖνον πού λέει μέν λίγα περί ἀρετῆς, ἀλλά παρουσιάζει πολλά μέ τή ζωή του καί ἐπιβεβαιώνει μέ τήν πράξη τήν ἀξιοπιστία τοῦ λόγου του.».

Κι αλλού: «Σοφία εἶναι τό νά γνωρίζει κανείς τόν ἑαυτό του καί νά μήν ὑπερηφανεύεται». 

Η ευρύτητα της σκέψης των τριών Ιεραρχών φαίνεται από την θετική αξιολόγηση της τεχνικής παιδείας, της οποίας δέχονται την χρησιμότητα και σπουδαιότητα. Σε μια εποχή που οι χειρωνακτικές τέχνες θεωρούνταν και θεωρούνται ακόμα «βάναυσοι», ο Χρυσόστομος θα πει: «Μη καταφρονώμεν των από χειρών τρεφομένων, αλλά μάλλον αυτούς μακαρίσωμεν δια τούτο».

Τα βασικά στοιχεία της αληθινής παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι: η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου. 

Και οι τρεις τονίζουν πως η σχέση παιδαγωγού μαθητή είναι μια σχέση ελευθερίας και δημιουργίας. 

Ο διάλογος είναι το καλύτερο μέσο για να επιτευχθεί ο σκοπός της αγωγής.

 Η εξουσιαστικότητα και ο δογματισμός όχι μόνο δείχνουν έλλειψη αγάπης, αλλά και δε φέρνουν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα.
 
Ο εκπαιδευτικός οφείλει όχι μόνο  να σέβεται το δώρο της ελευθερίας που χάρισε ο δημιουργός στα παιδιά και να μη φυλακίζει τις ανησυχίες τους, αλλά να τους ανοίγει νέους δρόμους.

Με απλά λόγια οι Τρεις Ιεράρχες υποστηρίζουν πως η Παιδεία πρέπει να είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι της ανταγωνιστικής και απάνθρωπης οικονομίας, όπως δυστυχώς έχει καταντήσει στις μέρες μας. 

Σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο η Παιδεία έγινε απλά και μόνον εκπαίδευση επαγγελματικών δεξιοτήτων , γι’ αυτό και αποτυχημένη. 

Ενδεικτικό είναι το γεγονός σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία ότι μόνο ένας στους πέντε νέους κατάφερε να εισαχθεί στη σχολή των ονείρων του την προηγούμενη χρονιά. Το ζητούμενο, δυστυχώς στις μέρες μας δεν είναι να φτιάξουμε ελεύθερους ανθρώπους, με συγκροτημένη προσωπικότητα, υπεύθυνους, έτοιμους να σταθούν κριτικά σε ό,τι αλλοιώνει την ομορφιά της ζωής, αλλά ανταλλακτικά για να λειτουργήσει καλά η μηχανή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας όπως εύστοχα μας σχολιάζει ένας λαϊκός στίχος γραμμένος από την Ελένη Βιτάλη.

 Οι περισσότεροι νέοι δεν προχωρούν στις σπουδές τους σε ότι αυτοί ονειρεύονταν και επέλεξαν, δε σπουδάζουν για να ξεδιψάσουν τις ψυχές τους, για να ζήσουν, αλλά για να ενταχθούν εκεί που το απαιτούν οι ανάγκες των μεγάλων συμφερόντων   με απώτερο σκοπό να βοηθήσουν στην ανάκαμψη των «δεικτών της παραγωγικότητας». Η παιδεία όμως δεν πρέπει να αποβλέπει μόνον στην παραγωγικότητα και στις όποιες ανάγκες του κράτους, οφείλει να οδηγεί τους νέους στην ανακάλυψη του μυστηρίου της ζωής, στην κατάκτηση της ελευθερίας, στα μονοπάτια της αναζήτησης της αλήθειας, στη μύησή τους στην παράδοση του τόπου τους και στον πολιτισμό, στη μεταμόρφωσή τους.

 Άραγε πόσοι από τους μαθητές των σχολείων της χώρας μας  ακόμη κι απ’ αυτούς που έχουν πετύχει στις καλύτερες πανεπιστημιακές και πολυτεχνικές σχολές έχουν μυηθεί στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη, του Γκάτσου, του Βρεττάκου ή στη γλώσσα του Παπαδιαμάντη και του Μακρυγιάννη; 
 
Όπως πολύ ωραία λέει ο Χρήστος Γιανναράς, όσοι κάνουν τους σχεδιασμούς για την παιδεία δείχνουν πως δεν τους ενδιαφέρει « η κατά κεφαλήν καλλιέργεια αλλά το κατά κεφαλήν εισόδημα». 

Συνεχίζουμε να εγκληματούμε σε βάρος των νέων ανθρώπων. 

Ξεκόψαμε τη γνώση από τη ζωή, τον έρωτα και την ομορφιά.

 Υποτάξαμε την αγάπη στην αναγκαιότητα και γι’ αυτό αποτύχαμε. 

Για όποιον αμφιβάλει γι’ αυτή την αποτυχία, παραπέμπω στην πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων για τους νέους όπου τα συμπεράσματά της μας αποκαλύπτουν ότι το 20% των Ελλήνων μαθητών ηλικίας 15 ως 18 ετών υποφέρει από κατάθλιψη, στις κοπέλες μάλιστα το ποσοστό φτάνει στο 30%. Στις μέρες μας η παιδεία έχει δώσει τη θέση της σε μια μονοδιάστατη, γι’ αυτό και άρρωστη εκπαίδευση. 

Για να επιτευχθούν οι στόχοι της, όλοι (γονείς, μαθητές, εκπαιδευτικοί) μπαίνουν σε καλούπια από νωρίς. 

Μια άλλη έρευνα έδειξε ότι το 97% των γονέων που έχουν παιδιά στο δημοτικό σχολείο απαιτούν πρώτιστα από αυτά την άριστη βαθμολογία.

 Το δόγμα παιδείας ειδικά στα Λύκεια, δηλαδή την εποχή που η ψυχή του νέου πάει να ανθίσει, είναι «να βγει η ύλη».

 Όλα θυσιάζονται εκεί.

 Η πίεση αφόρητη στους εκπαιδευτικούς που ζουν την τραγικότητα της μετατροπής τους, από φορείς γνώσης και ζωής σε απλούς διεκπεραιωτές ύλης. Τα παιδιά μας στην ηλικία που διψάνε για ζωή και αλήθεια περιορίζονται στο να μετατραπούν σε ζωντανά λυσάρια φυσικής, χημείας, μαθηματικών, αρχαίων, κλπ.
Στη σημερινή εκπαίδευση της ισοπέδωσης, φτάσαμε ακόμη και η έκθεση ιδεών, το μάθημα που ο μαθητής υποτίθεται ελεύθερα καταθέτει τις ιδέες του, να ταυτίζεται με ένα φροντιστηριακό δίωρο.

 Ο μαθητής αφού πληρώσει αδρά ζει την τραγωδία του να μαθαίνει «τι πιστεύει» και πως «πρέπει να το εκθέσει» ούτως ώστε να «πετύχει».
 
Ζητάμε δηλαδή από τον νέο άνθρωπο να αρνηθεί την προσωπικότητά του, να γίνει κάτι «άλλο» για να κατορθώσει να θεωρηθεί επιτυχημένος. 

Σε μια κοινωνία πνιγμένη στον ατομικισμό, στις αξίες του εύκολου κέρδους, σε μια κοινωνία που προοδεύει όποιος διακρίνεται όχι για τις γνώσεις του αλλά για την ευλυγισία της μέσης του, τις γνωριμίες του, τα «κονέ» του που λένε οι νέοι, σε μια κοινωνία, στην οποία οι αξίες που προτείνονται στη νέα γενιά είναι ο καριερισμός, η βαθμοθηρία και αργότερα το μικροαστικό βόλεμα τι μπορούμε να περιμένουμε; 

Εμείς οι μεγαλύτεροι πνιγμένοι στις ανασφάλειές μας θέλουμε γενιές βολικών και βολεμένων, ανθρώπους που δεν είναι έτοιμοι να ρισκάρουν, ούτε να θυσιαστούν για τίποτα. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έλεγε: «αυτός που δεν είναι έτοιμος να πεθάνει για κάτι, δεν αξίζει να ζει». 

Προτείνουμε στους νέους την κοινωνία του «φαίνεσθαι» και του «πρεστίζ».
 
Το παν, είναι το προσωπείο. Η εικόνα μας προ τα έξω. 

Ξεχάσαμε ότι η αξία δεν βρίσκεται στο προσωπείο, αλλά στο πρόσωπο.

 Έτσι οι νέοι άρχισαν να μαζεύουν προσωπεία. Πώς να επιβιώσεις διαφορετικά. Στο βάθος ακούγεται η κραυγή αυτών που παλεύουν και διψάνε για ζωή. «Φανέρωσέ μας τη μάσκα που κρύβεις κάτω από τη μάσκα που φοράς», λέει το τραγούδι. Θέλει δρόμο για να φτάσεις στο πρόσωπο, στην επικοινωνία, στη συνάντηση. 

Θέλει ψυχή.

Η αγάπη, λέει ένας άγιος της Εκκλησίας μας, είναι πιο γλυκιά και από τη ζωή. 

Προσφέρουμε σήμερα παιδεία αγάπης; Όχι. Τότε πως θέλουμε παιδεία ζωής;
 
Παιδεία αξιών; 

Η παιδεία για να είναι πετυχημένη πρέπει να μιλά στις ψυχές, να τις κάνει να χαίρονται, να ονειρεύονται, να δημιουργούν.
 
Να είναι όπως προτείνουν οι Τρεις Ιεράρχες «δρόμος απελευθέρωσης και όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας».

 Αν θέλουμε να τιμήσουμε τους Τρεις Ιεράρχες δε χρειάζεται να το κάνουμε μέσα από ακίνδυνες τυπικές γιορτές. 

Απαιτείται μελέτη του έργου τους, της προσφοράς τους, αλλά κυρίως η μίμηση της στάσης ζωής τους στις αξίες που μα κληροδότησαν..

Η σύγχρονη εκπαιδευτική κοινότητα ας εμπνευστεί από το ήθος των Τριών Ιεραρχών και ας αντλήσει από την πολυποίκιλη διδασκαλία τους στοιχεία που θα βοηθήσουν στην ουσιαστική ανανέωση της παρεχόμενης παιδείας με κεντρικά σημεία προσανατολισμού τον άνθρωπο, τη μόρφωση, τη διαμόρφωση στοιχειώδους καλλιέργειας, το σεβασμό της ετερότητας, το κοινοτικό πνεύμα, την καταπολέμηση κάθε είδους «αποκλειστικότητας», ρατσισμού και ξενοφοβίας.

 Ομιλία Νίκου Παππά -Θεολόγου, Δ/ντη Λυκείου Ελεούσας  στον ιερό ναό Αρχιμανδρειό Ιωαννίνων.


http://ioannisnturos.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου