Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2019

Πώς θα κριθούμε...



π. Γεώργιος Θεοδωρόπουλος

Πώς θα μας κρίνει ο Θεός; Ποια είναι η δικαιοσύνη Του; Είναι άλλη η αγάπη και άλλη η δικαιοσύνη του Θεού;

Η νομικίστικη και δικανική αντίληψη, έρχεται να προσδώσει στο Θεό ανθρώπινα χαρακτηριστικά: Η παρακοή των πρωτοπλάστων προσβάλει τη δικαιοσύνη του Θεού και έχει ως αποτέλεσμα την τιμωρία όχι μόνο του Αδάμ και της Εύας με την έξοδό τους από τον Παράδεισο, αλλά και όλων των ανθρώπων με τον θάνατο. Παρουσιάζει το Θεό ως κάποιον που ανέχεται και υπομένει, που  μακροθυμεί, μέχρι κάποιου ορίου. Έρχεται, όπως υποστηρίζει αυτή η άποψη, η ώρα που σταματά ο Θεός να λειτουργεί ως αγάπη, και η δικαιοσύνη Του ανταποδίδει στον κάθε άνθρωπο σύμφωνα με τα πεπραγμένα του: Μας αγαπά και ας ευεργετεί όταν είμαστε καλοί και δίκαιοι, αλλά μας αποστρέφεται και και μας εγκαταλείπει όταν αδικούμε και δεν τηρούμε τις εντολές Του.  Θα προσφέρει στον καλό και αγαθό τον Παράδεισο, ενώ θα τιμωρήσει τους κακούς και απίστους στην Κόλαση. 

 Είναι, όμως, αυτή η Ορθόδοξη διδασκαλία;

Μέσα στην Αγία Γραφή και κυρίως στην Π. Διαθήκη, συναντάμε εκφράσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε λανθασμένα συμπεράσματα ή σκανδαλισμό, όπως: "Θεός  εκδικήσεως", "η ημέρα τού Κυρίου είναι αδυσώπητη, γεμάτη από θυμό και οργή", όταν διατάζει ο Θεός να εξοντωθούν από τους Ισραηλίτες όλοι οι κάτοικοι μιας πόλης ακόμα και τα μικρά παιδιά. Ο Θεός κάτω από αυτό το πρίσμα παρουσιάζεται ως πολεμοχαρής, αιμοσταγής και εκδικητικός (όπως νομίζουν μερικοί).  Το πρόβλημα δεν βρίσκεται σ' αυτές τις εκφράσεις, αλλά στο πως προσεγγίζουμε την Παλαιά Διαθήκη.

Η Παλαιά Διαθήκη έχει χαρακτηρισθεί, χαρακτηριστικά, ως «παιδαγωγός εις Χριστόν». Παραλαμβάνει πεσμένο τον άνθρωπο και του μιλάει στην γλώσσα του για να τον ανορθώσει σταδιακά. Οι σκληρές εκφράσεις που περιέχονται στην Π.Διαθήκη, αναφέρονται σε έναν λαό σκληρό και απαίδευτο και μπορούν να κατανοηθούν μόνο υπό το φως της Κ. Διαθήκης και κυρίως τον Πατέρων της Εκκλησίας, που μπορούν ορθά να την ερμηνεύσουν. Ο ίδιος ο Χριστός ολοκληρώνει και επεξηγεί το νόμο της Π. Διαθήκης: Ηκούσατε ότι ερρέθη οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος. Εγώ δε λέγω υμίν μη αντιστήναι τω πονηρω· αλλ' όστις σε ραπίσει επί  την δεξιάν σιαγόνα, στρέψον αυτώ και την άλλην. Η εντολή οφθαλμόν αντί οφθαλμού, δεν λειτουργούσε εκδικητικά (αν μου βγάλεις το μάτι, θα βγάλω και εγώ το δικό σου), αλλά πρωτίστως αποτρεπτικά (πρόσεξε μη βγάλεις το μάτι του άλλου γιατί θα έχει ως αποτέλεσμα να χάσεις το δικό σου). Το ίδιο και η πρώτη εντολή του Θεού στους πρωτόπλαστους να μη φάνε από τον απαγορευμένο καρπό, δεν ήταν μια νομικού τύπου εντολή που επέφερε την οργή και την τιμωρία του Θεού στον Αδάμ και την Εύα, αλλά προειδοποίηση - προφύλαξη για το επερχόμενο κακό. 

Ο Θεός δεν είναι τιμωρός και εκδικητής, αλλά ούτε είναι δίκαιος με τα ανθρώπινα δεδομένα. Άλλωστε, πως μπορούμε να πούμε δίκαιο το Θεό που ανατέλλει τον ήλιο αυτού επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους; Πώς μπορούμε να πούμε δίκαιο το Θεό, όταν δίνει στον εργάτη της ενδεκάτης όσο και στον εργάτη της πρώτης ώρας; Πώς μπορούμε  να πούμε δίκαιο το Θεό όταν εκεί που πλεονάζει η αμαρτία παρέχει ακόμα πιο πλούσια τη χάρη Του, για να ελκύσει, ει δυνατόν, πάντας προς μετάνοια; Πώς μπορούμε να πούμε δίκαιο το Θεό που δέχεται τον τελώνη, τον άσωτο, την πόρνη, τον ληστή, σε αντίθεση με τους ηθικούς και ενάρετους Φαρισαίους της κάθε εποχής; Πώς μπορούμε να πούμε δίκαιο το Θεό που παρέχει τη θυσιαστική αγάπη Του στο Σταυρό για τους υβριστές, τους σταυρωτές και διώκτες Του;

Η δικαιοσύνη του Θεού είναι η αγαθότητα και χρηστότητά Του. Στο τέλος του εξάψαλμου, κάθε πρωί παρακαλούμε το Θεό: Εισάκουσόν μου Κύριε εν τη δικαιοσύνη Σου και μη εισέλθης εις κρίσιν μετά του δούλου Σου. Ποια δικαιοσύνη θα μπορούσαμε να επικαλεσθούμε, εκτός από το έλεος, τη συμπάθεια, την αγάπη που είναι ο Θεός, ο αληθινός και μόνος Θεός, κατά την εικόνα του οποίου είμαστε πλασμένοι. Δυστυχώς, εμείς δημιουργούμε έναν αλλότριο Θεό κατά τη δική μας εικόνα: Ένα Θεό που οργίζεται, θυμώνει, αποστρέφεται και εγκαταλείπει τον αμαρτωλό. Τον τιμωρεί και τον τοποθετεί στην αιώνια κόλαση.

Διδάσκει ο Μ. Αντώνιος: Μην πλανάσαι αδελφέ, μη νομίζεις ότι ο Θεός θυμώνει ή χαίρεται ή ότι τιμωρεί, ή ότι οργίζεται. Μάθε καλά αυτά που θα σου πω και τα μέγιστα θα ωφεληθείς: Ο Θεός είναι αγαθός και απαθής και αμετάβλητος. Αν κανείς αυτό το θεωρεί εύλογο και αληθές, απορεί όμως πως ο Θεός για τους αγαθούς χαίρεται ενώ τους κακούς αποστρέφεται, και εναντίον εκείνων που αμαρτάνουν οργίζεται, ενώ όταν υπηρετείται και λατρεύεται γίνεται ευμενής, πρέπει να πούμε ότι ο Θεός ούτε χαίρεται ούτε οργίζεται· γιατί η λύπη και η χαρά είναι πάθη· ούτε με δώρα κολακεύεται, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι νικιέται από ηδονή. Δεν πρέπει να κρίνουμε το Θεό με ανθρώπινα κριτήρια. Εκείνος είναι αγαθός και ωφελεί μόνο και ουδέποτε βλάπτει, αλλά είναι πάντοτε ο ίδιος απαθής. Ενώ εμείς εφόσον είμαστε αγαθοί ενωνόμαστε με το Θεό. Και όταν είμαστε κακοί χωριζόμαστε από Αυτόν, επειδή είμαστε ανόμοιοι. Όταν ζούμε με αρετή ακολουθούμε το Θεό, όταν όμως γινόμαστε κακοί, κάνουμε εχθρό μας Εκείνον που δεν οργίζεται χωρίς λόγο· γιατί τα αμαρτήματα δεν αφήνουν το Θεό να μας φωτίζει εσωτερικά, αλλά μας ενώνουν με τιμωρούς δαίμονες. Αν με προσευχές και ελεημοσύνες κερδίζουμε την άφεση των αμαρτιών μας, δεν κολακεύουμε και δεν μεταβάλλουμε το Θεό, αλλά με τα καλά έργα μας  και την επιστροφή μας σ’ Αυτόν γιατρεύουμε την κακία μας και απολαμβάνουμε πάλι την αγαθότητα του Θεού. Ώστε το να λέμε ότι ο Θεός αποστρέφεται τους κακούς είναι σαν να λέμε ότι ο ήλιος κρύβει το φως του από τους τυφλούς.

Ως συνέχεια των προηγουμένων, η κόλαση και ο Παράδεισος, δεν είναι δύο διαφορετικοί τόποι, ούτε η επιβράβευση και η τιμωρία του Χριστού κατά τη δικανική αντίληψη, αλλά η αιώνια φλόγα της Αγάπης του Θεού, οι άκτιστες ενέργειες Του που αγκαλιάζουν τον κάθε άνθρωπο, δίκαιο ή αμαρτωλό. Η κόλαση και ο παράδεισος είναι αυτή η απύθμενη και αδιάπτωτη αγάπη του Θεού που αγκαλιάζει κάθε άνθρωπο, δίκαιο ή αμαρτωλό. Δεν μας εγκαταλείπει ούτε μας κολάζει ο Θεός, αλλά η προαίρεση και το πώς ανταποκρίνεται ο άνθρωπος σ' αυτήν την αγάπη. Κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας, η αγάπη του Θεού θα κρίνει τον κάθε άνθρωπο. Το πρόσωπο του Χριστού και η Αγάπη Του θα φανερωθούν σε όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, κατά τη δευτέρα έλευση Του. 'Ολοι οι άνθρωποι θα γίνουν μέτοχοι των ακτίστων ενεργειών Του με διαφορετική, όμως, αίσθηση: ως παράδεισο ή ως κόλαση.

Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος μας λέει: Εγώ δε λέγω, ότι εν τη γεέννη κολαζόμενοι, τη μάστιγι της αγάπης μαστίζονται. Και τι πικρόν και σφοδρόν το της αγάπης κολαστήριον!

Στην εικόνα της δευτέρας Παρουσίας του Χριστού, παρατηρούμε ότι ο Παράδεισος και η Κόλαση απορρέουν από την ίδια πηγή, από το πρόσωπο του Θεανθρώπου Χριστού. Ένας φωτεινός ποταμός από την μια μεριά, που αγκαλιάζει όλους όσους αγωνίσθηκαν με την άσκηση και τη μετάνοια να καθαρθούν, να θεραπεύσουν τα πνευματικά τους αισθητήρια για να συναντήσουν το Χριστό ως Παράδεισο. Από την άλλη μεριά, η πύρινη φλόγα που βιώνουν όλοι όσοι αδιαφόρησαν γι' αυτή την θεραπεία, η καρδιά τους δε λειτούργησε με ευσπλαχνία ταπείνωση και αγάπη, αλλά παρέμειναν αμετανόητοι. (Γι' αυτό συνυπάρχουν με τους δαίμονες). 

Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός αναφέρει: Έκαστος εαυτόν δεκτικόν ποιεί της μετοχής του Θεού. Έστι ουν η μεν μετοχή του Θεού τρυφή, η δε αμεθεξία κόλασι.

Τελικά, όπως αναφέραμε, δε μας εγκαταλείπει ο Θεός, αλλά εμείς τον εγκαταλείπουμε. Δεν μας κολάζει ο Θεός. Ο Θεός είναι ζωή και ανάσταση και η απομάκρυνση από τη ζωή, οδηγεί στο θάνατο, τον πνευματικό και αιώνιο. Ο Θεός είναι φως, και η απομάκρυνση από το φως, μας γεμίζει σκοτάδι. Ο Θεός είναι αγάπη και η απομάκρυνση από το Θεό, μας οδηγεί στον εγωισμό και την κακία.


Ο Άγιος Πορφύριος λέγει: Ζωή χωρίς Χριστό είναι θάνατος, είναι κόλαση, δεν είναι ζωή. Αυτή είναι η κόλαση, η μη αγάπη. Η αγάπη είναι η ζωή του Χριστού. Ή θα είσαι στη ζωή ή στο θάνατο. Από σένα εξαρτάται να διαλέξεις.

Όλη μας η επίγεια ζωή, συνίσταται στην μετάνοια, στην κάθαρση των παθών, στη θεραπεία και τη νήψη της καρδίας μας. Η ορθή πίστη, τα δόγματα της Εκκλησίας μας, είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για την αληθινή αγάπη προς τον πλησίον,  στο πρόσωπο του οποίου, καλούμαστε να διακονήσουμε τον ίδιο το Χριστό που λατρεύουμε. 

Με τη μυστηριακή ζωή (βάπτισμα, χρίσμα, μετάνοια-εξομολόγηση, Θ. Ευχαριστία), καθώς επίσης και με την άσκηση (νηστεία, προσευχή, ελεημοσύνη), ο πιστός συντρίβει τον ατομισμό του, μπολιάζεται στην αιώνια ζωή, δηλαδή τη σχέση - μέθεξη με το πρόσωπο του Χριστού και της παρουσίας Του. 

Ο άνθρωπος μόνος του κάνει τον εαυτό του κατάλληλο ή ακατάλληλο για την Βασιλεία του Θεού. Το Φως της αγάπης του Θεού θα ακτινοβολεί προς κάθε κατεύθυνση.Μέσα στην Εκκλησία, γευόμαστε τη μετάνοια, την ταπείνωση, την αγάπη, όχι θεωρητικά - συναισθηματικά, αλλά έμπρακτα στην καθημερινή άρση του σταυρού μας, προετοιμαζόμενοι να συναντηθούμε με τον αναστημένο και αναληφθέντα  και πάλιν ερχόμενον Κύριο της Δόξης και να Τον βιώσουμε ως Παράδεισο και όχι ως Κόλαση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου