Σάββατο 19 Μαρτίου 2022

Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά - Β΄ Κυριακή των Νηστειών


Πέντε είναι οι πραγματικοί  εχθροί του πιστού ανθρώπου. Είναι ο ίδιος του ο κακός εαυτός, η αμαρτία, το σύστημα του κόσμου αυτού, ο διάβολος, και ο θάνατος που καταργείται τελευταίος. Μεγαλύτερος από όλους αυτούς, είναι ο ίδιος ο εαυτός του ανθρώπου, καθώς μόνο από εμάς τους ίδιους εξαρτούνται πολλά πράγματα. Και ενώ οι υπόλοιποι τέσσερις εχθροί θέτουν τα εμπόδια και τις δυσκολίες, από μας τους ίδιους εξαρτάται αν θα τελειώσουμε τον δρόμο. Ο Θεός από το μέρος του έχει κάνει τα πάντα (κάνει τα πάντα), ώστε να σωθεί ο κάθε άνθρωπος. Δεν θα σωθούν όμως όλοι, επειδή δεν θέλουν όλοι να σωθούν (όσο παράξενο και αν ηχεί αυτό στα αφτιά μας).  Παρακάτω, ακολουθεί απόσπασμα από έναν μεγάλο άγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, από τον διδάσκαλο της νοερής προσευχής και εκπρόσωπο του Ησυχασμού, τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, σχετικά με το ότι δεν πρέπει να φοβηθούμε να σκύψουμε και να καταβυθιστούμε στα βάθη της ψυχής μας, και να δούμε τον πραγματικό μας εαυτό χωρίς μάσκες και καλλωπίσματα, όχι όπως θα θέλαμε να ήταν, αλλάόπως πραγματικά είναι με τα πάθη του, τις ατέλειές του, και τις πνευματικές ακαθαρσίες του. Σκοπός, δεν είναι η απογοήτευσή μας, αλλά η αυτογνωσία, που σε άλλο σημείο ο ίδιος άγιος την αναφέρει ως την μεγαλύτερη των επιστημών. Σκοπός είναι η βίωση του μακάριου και σωτήριου πένθους, του πένθους αυτού που δεν έχει καμία σχέση με το πένθος του κόσμου αυτού, διότι εκείνο είναι αρχή και πρόξενος της αληθινής μακαριότητας και όχι της απόγνωσης. Λόγια «παράξενα», που πολλές φορές έρχονται σε αντίθεση με τον σκοτισμένο «νου του Αδάμ» που κληρονομήσαμε. Όμως, βασίζονται στην εμπειρία και το βίωμα των αγίων, που χαριτώθηκαν από το Άγιο Πνεύμα, και στην διδασκαλία του Χριστού. Εκεί λοιπόν, στα βάθη της ψυχής μας, μας συνοδεύει το Πνεύμα του Θεού, προκειμένου να μας παρέχει τον Θείο φωτισμό του.

«Τι είναι λοιπόν εκείνο το ανωφελές και απαρηγόρητο και ατελείωτο πένθος; Διότι σε όσους αμάρτησαν στον Θεό κινείται πένθος από την επίγνωση των πταισμάτων. Αφού λοιπόν ελεγχθούν εκεί και αναιρεθεί η καλή ελπίς και έλθει η απογοήτευσις για τη σωτηρία , τότε ο ακούσιος έλεγχος της συνειδήσεως πολλαπλασιάζει στον καθένα την επικείμενη οδύνη με το πένθος· κι’ αυτό το πένθος γίνεται πάλι και πάντοτε αφορμή άλλου πένθους, διότι δεν θα παύσει ποτέ πλέον, και άλλο σκότος δεινό και καύσων αψυχαγώγητος και βυθός αθυμίας ανυπόφορος. Εδώ λοιπόν το πένθος αυτό είναι ωφελιμότατο. Διότι, όντας ο Θεός εύσπλαχνος, επακούει, ο οποίος κατέβηκε έως εμάς για να μας επισκεφτεί και σε εκείνους που πενθούν μ’ αυτόν τον τρόπο επαγγέλθηκε παρηγορίαπου είναι αυτός ο ίδιος, αφού λέγεται και είναι Παράκλητος. Είδες και το πένθος που γεννάται από την ταπεινωμένη ψυχή και την επιγινόμενη παράκληση;
Αλλά και η αυτομεμψία μόνη καθ’ εαυτή, εγκαθιστάμενη μόνιμα στο λογιστικό της ψυχής σαν ένα νοητό βάρος, συνθλίβει και πιέζει και εκθλίβει τον οίνο τον σωτήριο που ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου, δηλαδή τον εσωτερικό μας άνθρωπο. Και τέτοιος οίνος είναι  κατάνυξις. Διότι αυτή μαζί με το πένθος εκθλίβει και τα πάθη και γεμίζει την ψυχή με μακαριστή χαρά, αφού την απαλλάξει  από το δεινό βάρος τους. Γι’ αυτό «μακάριοι οι πενθούντες, ότι αυτοί παρακληθήσονται». Από την ακτημοσύνη όμως, δηλαδή από την πτωχεία στην περιουσία και στα γύρω μας υπάρχοντα συνδεδεμένη όμως με την πτωχεία του πνεύματος, όπως είπαμε (διότι όλα αυτά  τελούμενα το ένα μαζί με το άλλο  είναι τέλεια και ευάρεστα στον Θεό)· από την τέτοια λοιπόν πτωχεία, πως προκαλείται σ’ εμάς το πένθος και η παράκλησις που υπάρχει μέσα σε αυτό, θα το μάθεις ακούγοντας με σύνεση. 
Διότι, όταν ο άνθρωπος, αφού εγκαταλείψει τα πάντα, απαρνηθεί τόσο τα χρήματα και τα κτήματα, ρίπτοντας αυτά ή σκορπίζοντάς τα σύμφωνα με την εντολή, και αφού απομακρύνει την ψυχή  από τη μέριμνα γι’ αυτά, ποθεί να επιστρέψει προς την φροντίδα αυτής, όντας αυτή ελεύθερη  από τα αίτια που την περισπούν πραγματικά απ’ έξω.
Όταν λοιπόν ο νους απομακρυνθεί από κάθε αισθητό και ανασηκωθεί από τον κατακλυσμό της σχετικής με αυτά τύρβης και κατοπτεύσει τον εσωτερικό άνθρωποπρώτα βλέπει το απαίσιο προσωπείο  που του διαμορφώθηκε από την κάτω περιπλάνηση και σπεύδει να το ξεπλύνει με το πένθος· έπειτα, όταν αφαιρέσει το δύσμορφο αυτό κάλυμμα, τότε, αφού η ψυχή δεν διασπάται αγεννώς από την ποικιλία των σχέσεών της, προχωρεί ατάραχα μέσα στα αληθινά ταμεία και προσεύχεται στον Πατέρα «εν τω κρυπτώ». Αυτός στην αρχή του χορηγεί και το χωρητικό δώρο των χαρισμάτων, την ειρήνη των  λογισμών, με την οποία τελειοποιεί την ταπείνωση που είναι γεννητική και συνεκτική κάθε αρετής· όχι την ταπείνωση που διαμορφώνεται με ευχέρεια από τον βουλόμενο με κατορθωτά λόγια και σχήματα, αλλά εκείνη που επιβεβαιώνεται από το αγαθό κι θείο Πνεύμα, την οποία κτίζει το ίδιο το Πνεύμα εγκαινιζόμενο στα έγκατα.
Μέσα λοιπόν σ’ αυτές τις αρετές, σαν ασφαλές περιτείχισμα του νοητού παραδείσου, φυτρώνουν τα παντός είδους δέντρα της αληθινής αρετής· στη μέση αυτών αναγείρονται τα ιερά βασίλεια της αγάπης, και στα πρόθυρα αυτών ανθεί το προοίμιο του μέλλοντος αιώνος, η ανέκφραστη δηλαδή και αναφαίρετη χαρά».

(ΕΠΕ 8, «Προς μοναχή Ξένη, περί παθών και αρετής», σελ. 409- 413). 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου