Φεύγοντας από το εξομολογητήριο, με ψυχές καθαρές, χρειάζεται να προσέξουμε ιδιαίτερα. Πολλοί λέμε πως μετά την εξομολόγηση αισθανόμαστε «ξαλαφρωμένοι». Όμως η εξομολόγηση δεν είναι ένα ναρκωτικό. Ίσα-ίσα θα πρέπει να φεύγουμε με βαθύτερη συνείδηση της αμαρτωλότητάς μας, με συνεχή προβληματισμό, αλλά και με δυνατή αίσθηση της άπειρης αγάπης του Θεού, που, παρ’ όλη την κατάντια μας, μας δέχεται.
Ο αγώνας μας θα πρέπει να γίνει εντονώτερος . Να διορθώσουμε τα λάθη μας. Να μην ξαναγυρίσουμε στα ίδια αμαρτήματα. Να εργαζόμαστε με επιμέλεια τις εντολές του Θεού. Ο αγώνας αυτός οπωσδήποτε δεν είναι εύκολος. Είναι επίπονος και οδυνηρός. Δυστυχώς όλοι μας δεν έχουμε τη διάθεση να επιδιώξουμε με υπομονή και επιμέλεια την θεραπεία των παθών μας. Θέλουμε άμεσα αποτελέσματα ∙ όλα να γίνουν εδώ και τώρα. Είμαστε άνθρωποι των «κουμπιών», του αυτοματισμού και ζητάμε όλα να αλλάξουν αμέσως. Πάμε στον πνευματικό και νομίζουμε πως αυτός έχει κάποιο μαγικό ραβδί που θα βοηθήσει αυτόματα. Όμως μια αμαρτωλή και παθολογική κατάσταση, που τη χτίζουμε ολόκληρες δεκαετίες, δεν αλλάζει σε μια στιγμή. Ο ιερέας είναι γιατρός ψυχών, όχι μάγος και αγύρτης. Και η θεραπεία μας δεν μπορεί να γίνει μέσα σε λίγα λεπτά , με κάποια μαγική και άρα ψεύτικη ενέργεια∙ αλλά με τη δική μας γνήσια μετάνοια, με τον δικό μας αγώνα, με υπομονή και επιμέλεια, κάτω από τη χάρη του Θεού.