Ὁ Καποδίστριας, καὶ ὅταν ἦταν ὑπουργὸς τῶν Ἐξωτερικῶν της Ρωσίας καὶ μεσουρανοῦσε στὴν εὐρωπαϊκὴ διπλωματία ἀλλὰ καὶ στὴ διεθνῆ -ἐφόσον εἶχε ἐπὶ χρόνια ἀσχοληθεῖ καὶ μὲ τὶς πολιτεῖες τῆς Ἀμερικῆς καὶ μὲ τὴν Περσία καὶ μὲ ἄλλες ἀσιατικὲς χῶρες-, ἔστελνε συνεχῶς στὴν ἀγωνιζομένη Ἑλλάδα πολεμοφόδια καὶ τρόφιμα καὶ σπούδαζε μὲ δικές του δαπάνες πολλοὺς Ἑλληνόπαιδες στὰ εὐρωπαϊκὰ πανεπιστήμια, γιὰ νὰ προετοιμάζει τοὺς μορφωμένους ἐπιστήμονες σὲ ὅλους τους κλάδους ποὺ θὰ ἐπάνδρωναν τὶς διάφορες ὑπηρεσίες τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους μόλις θὰ ἐλευθερωνόταν ἀπὸ τὴν τουρκικὴ καταδυνάστευση...
Ὅταν τὸ 1822 ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του ἀπὸ τὸ ὑπουργεῖο, ὁ τσάρος Ἀλέξανδρος δὲν τὴ δέχθηκε καὶ τοῦ ἔδωσε ἄδεια ἒπ΄ ἀόριστον μὲ ὅλα ὅμως τὰ προνόμια τοῦ ἀξιώματός του, ἐφόσον τυπικὰ τὸ διατηροῦσε. Στὴ Γενεύη ποὺ ἐγκαταστάθηκε ἔπρεπε νὰ κατοικήσει σὲ «ἕνα μέγαρο, νὰ ἔχει τέσσερις ἅμαξες καὶ ἱκανὸν ὑπηρετικὸν προσωπικόν». Ὁ Καποδίστριας κατοικοῦσε σὲ «δύο πτωχικὰ δωμάτια, εἶχε μόνο μία ἅμαξα καὶ ἕναν ὑπηρέτη». Ὅταν οἱ πάντες, διπλωμάτες, ἀριστοκράτες καὶ ἁπλοὶ ἄνθρωποι τὸν ρωτοῦσαν κατάπληκτοι, ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε:
«Ὅταν ἀφοῦ ἐκτύπησα πρῶτον τὰς θύρας τῶν μεγάρων τῶν πλουσίων ἠναγκάσθην κατόπιν νὰ κτυπήσω καὶ τὰς θύρας τῶν πτωχῶν ζητώντας τὸν ὀβολὸν τοὺς προκειμένου νὰ στείλω τρόφιμα καὶ πολεμοφόδια εἰς τὸν ἀγωνιζόμενον ἑλληνικὸν λαὸν ἔπρεπε νὰ ἠμπορῶ νὰ τοὺς λέγω: Ἔδωσα πρῶτος ἐγὼ τὰ πάντα. Κανόνισα νὰ μὴ ἐξοδεύσω διὰ τὸν ἑαυτό μου καὶ διὰ τὸν ὑπηρέτην μου περισσότερα, ἀπὸ 60 φράγκα τὸν μήνα. Ὅλον τὸν ἄλλον μισθόν μου τὸν στέλνω στὴν Ἑλλάδα…». Ὅταν ἔφτασε στὴν Ἑλλάδα ὡς κυβερνήτης τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους προσφέρθηκαν νὰ τοῦ δώσουν ἀνάλογο οἴκημα ὡς κατοικία. Ὁ Καποδίστριας δὲν τὸ δέχτηκε. Ἤθελε νὰ ζεῖ ἁπλὰ συμμεριζόμενος τὴν κατάσταση ποὺ ἐπικρατοῦσε τότε στὴ χώρα. Μὲ δικά του ἔξοδα διόρθωσαν ἁπλὲς οἰκίες στὴν Αἴγινα καὶ στὸν Πόρο, «χωρὶς καμιὰν ἐπιβάρυνση τῶν ἰδιοκτητῶν». Ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μὴν ἀνοίξουν τὶς ἀποσκευὲς ποὺ ἔφερε ἀπὸ τὴ Γενεύη καὶ ἐπίπλωσε τὸ σπίτι ποὺ ἔμενε μὲ «σιδηρᾶν κλίνην καὶ ξύλινον τραπέζιον». Γὶ΄ αὐτὸ ὁ ἀντικαποδιστριακὸς Γερμανὸς ἱστορικὸς Μέντελσον-Μπαρτόλντι, ὅταν ἐπισκέφτηκε τὸν Καποδίστρια ἔγραψε: «Ὁ μόνος στολισμὸς τοῦ κυβερνητικοῦ… «μεγάρου» εἶναι ὁ λαμπρὸς ἥλιος τῆς Ἑλλάδας καὶ ἡ λατρεία τῶν Ἑλλήνων, μὲ τὴν ὁποία δικαίως τὸν περιβάλλουν».
Ὅλα τὰ ἐπίσημα ἐνδύματα δὲν τὰ φόρεσε ποτέ. Ὁ γραμματέας του, Νικόλαος Δραγούμης, διηγεῖται τὸ περιστατικὸ ποὺ συνέβη κατὰ τὴν πρώτη περιοδεία ποὺ ἔκανε στὴν Κόρινθο, ἀμέσως μετὰ τὴν ἄφιξή του.
Τῆς ὅλης κυβερνητικῆς πομπῆς προηγοῦνταν ὁ ταχυδρομικὸς διανομέας Καρδάρας, ποὺ ἦταν ἐνδεδυμένος μὲ βελούδινο χρυσοκέντητο σεγκοῦνι. Ἀκολουθοῦσε ἔφιππος ὁ Κυβερνήτης, ντυμένος ἁπλούστατα καὶ κάτισχνος ἀπὸ τὴν ταλαιπωρία καὶ τὴν κακὴν διατροφή. Ὁ λαὸς ποὺ εἶχε παραταχθεῖ αὐθόρμητα, νομίζοντας ὅτι ὁ Κυβερνήτης τοῦ ἦταν ὁ λαμπροφορεμένος διανομέας, τὸν χειροκροτοῦσε μὲ ἀμέτρητες ἐκδηλώσεις ἀγάπης. Στὴν ἀρχὴ ὅλοι διασκέδασαν. Ὁ Κολοκοτρώνης, ὅμως, δὲν τὸ ἄντεξε. Πλησίασε τὸν Καποδίστρια καὶ τοῦ εἶπε ὅτι ὁ λαὸς ἔπρεπε νὰ γνωρίσει τὸν Κυβερνήτη του.
- Καὶ τί θέλεις νὰ κάμνω, Θεοδωράκη; ἀπήντησε ὁ Καποδίστριας.
- Ἡ ὑπερεξοχότης σου νὰ ἐνδυθεῖ τὴν κυβερνητική της στολή.
Καὶ ὁ Δραγούμης προσθέτει: «Ὁδήγησαν τὸν Κυβερνήτη εἰς τί παρακείμενον χάνιον καὶ τὸν ἠνάγκασαν νὰ ἐνδυθεῖ τὴν στολὴ ἤτις οὐδαμῶς διέφερεν τῆς τῶν δασονόμων τῆς ἀντιβασιλείας!…».
Ὁ γιατρός του, βλέποντας τὸν τόσον καταβεβλημένο ἀπὸ τοὺς ἀδιάκοπους μόχθους καὶ ἀγῶνες, τοῦ συνέστησε αὐστηρὰ ὅτι ἔπρεπε νὰ βελτιώσει τὴν τροφή του. Καὶ ὁ Καποδίστριας ἀπάντησε: «Οὐδέποτε θὰ ἐπιτρέψω στὸν ἑαυτό μου βελτίωση τῆς τροφῆς, παρὰ μόνον τότε ὅταν θὰ εἶμαι βέβαιος ὅτι δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνα Ἑλληνόπουλο ποὺ νὰ πεινάει…».
Τὸ Πανελλήνιο καὶ ἡ Γερουσία δύο φορὲς ψήφισαν τὸν μισθὸ ποὺ ἔπρεπε νὰ δίνεται στὸν Κυβερνήτη. Καὶ τὶς δύο φορὲς ὁ Καποδίστριας ἀρνήθηκε νὰ δεχθεῖ μισθό.
«…Εἶμαι εὐτυχὴς διότι ἠδυνήθην νὰ προσφέρω… διὰ τὴν ἐθνικὴν ἀνεξαρτησίαν καὶ ἐλευθερίαν, δὶ΄ αὐτὸ τὸ τόσον θεάρεστον ἔργον, τὰ λείψανα τῆς μετρίας καταστάσεώς μου εἰς τὸ θυσιαστήριον τῆς πατρίδας… Διὰ τὸν αὐτὸν τοῦτον λόγον θέλη ἀποφεύγει καὶ ἤδη νὰ δεχθῆ τὴν προσδιοριζόμενην ποσότητα διὰ τὰ ἔξοδα τοῦ ἀρχηγοῦ τῆς Ἐπικρατείας, ἀπεχόμενος, ἐν ὄσῳ τὰ ἰδιαίτερά μου χρηματικὰ μέσα μου ἐπαρκοῦν ἀπὸ τὸ νὰ ἐγγίσω μέχρι ὀβολοῦ τὰ δημόσια χρήματα πρὸς τὴν ἰδίαν μου χρῆσιν… Ἀποστρέφομαι τὸ νὰ προμηθεύω εἰς τὸν ἑαυτόν μου τὰς ἀναπαύσεις τοῦ βίου, αἳ ὁποίαι προϋποθέτουν τὴν εὐπορίαν, ἐνῷ εὐρισκόμεθα εἰς τὸ μέσον ἐρειπίων περικυκλωμένοι ἀπὸ πλῆθος ὁλόκληρον ἀνθρώπων βυθισμένων εἰς τὴν ἐσχάτην ἀμηχανίαν… Ἐλπίζω ὅτι ὅσοι ἐξ΄ ὑμῶν συμμετάσχουν εἰς τὴν κυβέρνησιν θέλουν γνωρίσει μὲτ΄ ἐμοῦ ὅτι εἰς τὰς παρούσας περιπτώσεις ὅσοι εὑρίσκονται εἰς δημόσια ὑπουργήματα δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ λαμβάνουν μισθοὺς ἀνάλογους μὲ τὸν βαθμὸ τοῦ ὑψηλοῦ ὑπουργήματος τῶν καὶ μὲ τὰς ἐκδουλεύσεις τῶν, ἂλλ΄ ὅτι οἱ μισθοὶ οὗτοι πρέπει νὰ ἀναλογοῦν ἀκριβῶς μὲ τὰ χρηματικὰ μέσα, τὰ ὁποία ἔχει ἡ κυβέρνησις εἰς τὴν ἐξουσίαν της». (Ὁ Καποδίστριας πρὸς τὴν Δ’ Ἐθνικὴν Συνέλευση, Ἄργος 4 Αὐγούστου 1829).
Αὐτὸ τὸ συγκλονιστικὸ μήνυμα τοῦ Μεγάλου Ἠγέτου καὶ Ἀνθρώπου δὲν ἔπρεπε ἄραγε νὰ ἀναρτηθεῖ μέσα στὸ Ἑλληνικὸ Κοινοβούλιο;…
Πηγή: Ἑλένης Κούκκου, Καθηγήτριας Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἰωάννης Καποδίστριας –Τὸ ὑψηλό του ἦθος, Νεανικὸ & Μαθητικὸ Περιοδικὸ «Ὁ Πυρσὸς» τῶν Ἐκπαιδευτηρίων «Ἀπόστολος Παῦλος», σέλ. 188-189, τεῦχος 30, περίοδος β΄, Ἰσθμὸς Κορίνθου, Νοέμβριος 2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου