Ζούσε στην Αλεξάνδρεια μια ανύπαντρη Χριστιανή γυναίκα που φαινόταν ταπεινή, στην πραγματικότητα όμως ήταν περήφανη και πολύ φιλάργυρη.
Ηταν μάλλον φιλόχρυση παρά φιλόχριστη. Δεν είχε προσφέρει ποτέ κάτι από την περιουσία της, ούτε σε ξένο ούτε σε φτωχό, ούτε σε καταπιεσμένο, ούτε σε μοναχό, ούτε σε φτωχό κορίτσι …
Αυτή η γυναίκα που στο όνομα ήταν παρθένα και όχι στον τρόπο ζωής, ο αγιότατος Μακάριος ο πρεσβύτερος και προϊστάμενος του λεπροκομείου, θέλησε – κατά κάποιον τρόπο- να την εγχειρίσει σαν γιατρός για να την ανακουφίσει από την πλεονεξία και επινόησε το εξής τέχνασμα.
Πήγε και τη βρήκε και της είπε:
-Εχουν πέσει στα χέρια μου πολύτιμοι λίθοι, σμαράγδια και υάκινθοι. Δεν ξέρω αν προέρχονται από κλοπή ή από νόμιμο εμπόριο.Δεν έχουν αποτιμηθεί, μιας και είναι πέρα από κάθε αποτίμηση. Ο ιδιοκτήτης τους τους πουλάει πεντακόσια νομίσματα …
Πέφτει αυτή στα πόδια του και του λέει:
- Να μη τους αγοράσει άλλος, σε παρακαλώ, αγόρασέ τους εσύ για λογαριασμό μου …
Πήρε, λοιπόν, ο Μακάριος απ’ αυτήν τα πεντακόσια νομίσματα, τα διέθεσε όμως για τις ανάγκες του λεπροκομείου.
Περνούσε ο καιρός, μα αυτή δίσταζε να του το υπενθυμίσει, επειδή ο Άγιος είχε μεγάλη υπόληψη στην Αλεξάνδρεια …Τελικά, κάποια στιγμή που τον συνάντησε στην Εκκλησία, του είπε:
-Σε παρακαλώ, πες μου τι έγινε με εκείνους τους πολύτιμους λίθους για τους οποίους έδωσα τα πεντακόσια νομίσματα; Αυτός της απάντησε:
- Από την ημέρα που έδωσες τα χρήματα πλήρωσα την αξία των λίθων. Αν θέλεις να τους δεις, έλα στο σπίτι μου.Εκει βρίσκονται.Δες αν σου αρέσουν, αλλιώς πάρε πίσω τα χρήματά σου. Κι εκείνη πήγε πολύ ευχαρίστως
Στους επάνω ορόφους του λεπροκομείου βρισκόταν οι λεπρές γυναίκες και στους κάτω οι λεπροί άνδρες. Όταν φτάσανε στην είσοδο τη ρώτησε:
-Τι θέλεις να δεις πρώτα; Τους υάκινθους ή τα σμάραγδα; Του απάντησε:
-Ότι νομίζεις.
Τότε την ανεβάζει στους επάνω ορόφους, της δείχνει ακρωτηριασμένες γυναίκες με πληγιασμένα πρόσωπα και της λέει:
- Να οι υάκινθοι. Κατόπιν την κατεβάζει στα κάτω πατώματα και της δείχνει τους άνδρες λέγοντας:
- Να τα σμαράγδια. Και νομίζω ότι δε θα βρεθούν πολυτιμότερα. Αν, λοιπόν, σου αρέσουν, πάει καλά, αλλιώς πάρε πίσω τα χρήματά σου.
Μετανιωμένη αυτή, βγήκε και αφού πήγε στο σπίτι της, αρρώστησε από τη στενοχώρια της που δεν έκανε ένα τέτοιο καλό σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, αλλά αναγκαστικά.
Αργότερα ευχαρίστησε τον Μακάριο και πορεύτηκε στη ζωή της όπως έπρεπε.
πηγή:http://fdathanasiou.wordpress.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου