ΑΘΛΟΦΟΡΕ ΑΓΙΕ ΚΑΙ ΙΑΜΑΤΙΚΕ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝ, ΠΡΕΣΒΕΥΕ ΤΩ ΕΛΕΗΜΟΝΙ ΘΕΩ, ΙΝΑ ΠΤΑΙΣΜΑΤΩΝ ΑΦΕΣΙΝ, ΠΑΡΑΣΧΗ ΤΑΙΣ ΨΥΧΑΙΣ ΗΜΩΝ.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα γάμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα γάμος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 27 Σεπτεμβρίου 2013

Το κατεξοχήν μυστήριο της Αγάπης



Ο Γάμος, το Μυστήριο της Αγάπης
Α' μέρος


«Ουκ έστιν τούτο ανθρώπινον, αλλ’ ο Θεός τους έρωτας τούτους εγκατέσπειρε» (Ι. Χρυσόστομος)

Χωρίς την αγάπη όλα μένουν μετέωρα και ατελείωτα. Η αγάπη είναι ο «σύνδεσμος της τελειότητας» (Κολ. γ' 14), το πρώτο και έσχατο μέτρο και κριτήριο των προσώπων, των γεγονότων και των πραγμάτων. Η ζωή θα μπορούσε να ονομάζεται αγάπη και η αγάπη ζωή.

Πέμπτη 2 Αυγούστου 2012

Ο έρωτας ως κίνητρο για ν' αγαπήσουμε τον Θεό

 
 
 
 
 
 
 
 
 
πρωτοπρ. Βασίλειος Θερμός
 
 
[...] Φυσική εἶναι ἡ τάση τοῦ ἀνθρώπου γιά συντροφικότητα. Ὁ Θεός τήν ἀποδέχεται καί τήν εὐλογεῖ εὐθύς ἐξ ἀρχῆς (Γένεση 1, 27 -28 καί 2, 18 -24). Ἔρχεται ὅμως τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τοῦ μυστηρίου (Ἐφεσίους 5, 20 -33) νά παραλληλίση τό δεσμό τῶν δύο ἀνθρώπων μέ τήν ἕνωση Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας. Ἀπό παλιά, στήν Παλαιά Διαθήκη, ὁ Θεός χρησιμοποίησε σάν ἀνάλογο γιά νά δείξει τή σχέση Του μέ τούς ἀνθρώπους τόν ἐρωτικό δεσμό (Ψαλμοί 44, 12 Ἱερεμίας 3, 6-9 Ἠσαίας 54, 1 10 καί 62, 4 -5 Ἰεζεκιήλ 16, 163 καθώς καί ὁλόκληρο τό Ἆσμα Ἀσμάτων.)[...] Καί οἱ Πατέρες στή συνέχεια μεταχειρίσθηκαν αὐτό τό παράδειγμα (Κλῖμαξ, λόγος 30, 5).

Ἀντιλαμβανόμαστε πόσο τιμοῦν τόν ἀνθρώπινο ἔρωτα αὐτές οἱ παρομοιώσεις. Ἡ ἐρωτική συντροφικότητα ἀντιμετωπίζεται ὡς πρωτογενής καί θεμελιώδης ἀνθρώπινη λειτουργία. Αὐτό βέβαια τό πιστεύουν καί ὅσοι βλέπουν τόν γάμο ἀνθρωποκεντρικά. Ἐπί πλέον, ὅμως, ἐδῶ παίρνει νόημα ἀπο τήν οὐράνια πηγή της καί γίνεται στή συνέχεια νοσταλγία της. Πέρα ἀπό τό γεγονός ὅτι «ὁ Θεός τούς ἔρωτας τούτους ἐγκατέσπειρε» (Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος) ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά καταξιώνεται καί νά συμπληρώνεται, τούς ἔκαμε καί σκαλοπάτια μέ τό ὁποῖα θά ἀνάγεται πρός τά ἀνώτερα καί ἐπουράνια. Ὄχι φυσικά μέ τήν ἔννοια ὅτι αὐτόματα ἡ ἐρωτική ζωή ἀνεβάζει πνευματικά τόν ἄνθρωπο (μέ τήν κακή χρήση της μπορεῖ, ἀντίθετα νά ξεπέση) ἀλλά ὅτι ὅταν ὑπάρχει πνευματική ζωή τό γεγονός τοῦ ἔρωτα λειτουργεῖ καί ὡς κίνητρο γιά τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό: ἀφοῦ εἶναι τόσο ἰσχυρός ὁ ἀνθρώπινος ἔρωτας, μπορεῖ κανείς νά φανατασθῆ τόν ἔρωτα πρός τόν Θεό πόσο σφοδρός μπορεῖ νά γίνη. Ἐκτός αὐτοῦ, μέ τήν διαπροσωπική σχέση ὁ ἄνθρωπος μαθαίνει ν' ἀνοίγεται στόν ἄλλο καί νά κοινωνεῖ μαζί του· χωρίς αὐτή τή βασική προϋπόθεση ἀδυνατεῖ κάποιος νά κοινωνήσει μέ τόν Θεό.

Στήν πραγματικότητα, ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ ἀφάνταστα τόν ἔρωτα καί τόν γάμο καί μόνο σέ αὐτή τή βάση μπορεῖ κάποιος νά καταλάβη τίς «ἀπαγορεύσεις» της. Οὐσιαστικά πρόκειται γιά μέτρα προστασίας αὐτῶν τῶν θεϊκῶν δώρων, ὅπως κάποιος προστατεύει τή φλόγα τοῦ κεριοῦ του νά μήν τή σβήση ὁ ἄνεμος, ἤ ὅπως ὑποβάλλεται σέ στερήσεις ὁ ἀθλητής προκειμένου νά γευθῆ τή χαρά τῆς νίκης. Τό ἀρχικό κεφάλαιο τοῦ ἔρωτα χρειάζεται νά αὐξηθεῖ καί νά μεταμορφωθῆ, ὄχι νά ἀναλωθῆ ἀπερίσκεπτα ὅπως συχνά συμβαίνει.

[...] Ὁλόκληρη ἡ ζωή τοῦ Χριστιανοῦ παίρνει νόημα ἀπό τήν ἔνταξή του στήν Ἐκκλησία. Τίποτε δέν μπορεῖ νά γίνη ἔξω ἀπό τήν εὐλογία της, ὄχι διότι τό ἐπιβάλλει κάποιος κανονισμός ἤ μιά θρησκοληψία, ἀλλά διότι ἡ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ τρόπο ζωῆς. [...]

Ἔτσι λοιπόν, ἡ ἐγκράτεια πρίν ἀπό τόν γάμο παίρνει τό νόημα μιᾶς θεληματικῆς ἄσκησης προκειμένου νά παραμείνη κάποιος ἐνταγμένος στήν Ἐκκλησία. Μέ τό βάπτισμα καί τό χρίσμα ὁ πιστός ἀποκτᾶ τήν γενική ἱερωσύνη, τήν ἱερωσύνη τῶν λαϊκῶν. Μετέχοντας καί αὐτός στό ἱερατικό ἀξίωμα τοῦ Χριστοῦ (πού προσέφερε τόν Ἑαυτό Του θυσία ὡς Μέγας Ἀρχιερεύς) προσφέρει καί αὐτός θυσία τήν ἄσκησή του καί κάθε εἴδους ἄσκηση (ἀφοῦ αὐτή λαμβάνει χώρα στήν ψυχή καί στό σῶμα του), στό δέ συγκεκριμένο θέμα τήν ἐγκράτεια. Ἄν ἀρνηθῆ αὐτή τήν ἄσκηση αὐτονομεῖται ἀπό τό ἐκκλησιαστιό σῶμα, διότι προηγουμένως αὐτονόμησε τήν ἐρωτική-σεξουαλική λειτουργία ἀπό τήν ἐν Χριστῷ ζωή.

[...] Θά λέγαμε ὅτι σήμερα ἡ ἐγκράτεια ἰσοδυναμεῖ μέ θαῦμα. Ἀλλά ὅπως ὅλα τά θαύματα ἀπαιτοῦν δύναμη Θεοῦ καί πίστη τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι καί αὐτή εἶναι ἐφικτή ὅταν ὁ ἄνθρωπος τό θελήση πολύ καί ζητήσει τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἄλλωστε ἄς μή λησμονοῦμε ὅτι, ἀφοῦ ἐκκλησιολογικά μόνο δικαιώνεται αὐτή ἡ ἐγκράτεια μόνο μέσα στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νά πραγματοποιηθῆ. Μόνο ἕνας συνηδειτά πιστός, πού μελετᾶ, προσεύχεται, ἐξομολογεῖται, κοινωνεῖ, εἶναι σέ θέση νά διατηρήση μέσα του μία ἀτμόσφαιρα ἐμπιστοσύνης στόν Θεό καί πνευματικῆς ἀγωνιστικότητας. Τό μαρτυροῦν οἱ χιλιάδες νεαρῶν πιστῶν πού τό ἐπιτυγχάνουν καί σήμερα. [...] Χρειάζεται μακροχρόνιος ἀγώνας ὥστε νά θέση κανείς τή λειτουργία αὐτή στήν ὑπηρεσία τῆς ἀγάπης, τῆς ἑνότητας, τῆς κατανόησης, τῆς τρυφερότητας, τῆς βαθειᾶς κοινωνίας.

Μπήκαμε σ' ἕναν καινούργιο αἰῶνα πού φιλοδοξεῖ νά καθιερώσει ἐναλλακτικές μορφές οἰκογένειας, ἁπλῶς καί μόνο γιά νά ἱκανοποιήση κάθε φτηνή ἐπιθυμία καί γιά νά διαδώση τό ἰδανικό ἑνός «γάμου»- ἁπλοῦ συμβολαίου. Σ' ἕνα κόσμο πού κλυδωνίζεται ἀπό τήν καχυποψία καί τήν ἐχθρότητα, πού ἀποδιοργανώνεται ἀπό τόν ἡδονισμό καί τήν ἐκμετάλλευση, χρειαζόμαστε τόν ἐκκλησιαστικό γάμο περισσότερο ἀπό ποτέ στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος. Ὄχι ὡς ἁπλή τελετή, ἀλλά ὡς κεντρικό ἄξονα τῆς ζωῆς ἀπό τόν ὁποῖο παίρνουν νόημα ὅλες οἱ ὑπόλοιπες πτυχές της. Ὁ κόσμος δέν θά σωθῆ οὔτε ἀπό τόν ἀφελῆ ρομαντισμό τῆς δῆθεν ἀγάπης, οὔτε ἀπό τήν ἀπρόσωπη ἀπόλαυση πού ἦλθε νά τόν ἀντικαταστήση, τά ὁποῖα ἤδη κάποιοι ἐμπορεύονται. Ἐλπίδα του παραμένει ἕνας γάμος πού τρέφεται ἀπό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, πού διατηρεῖ ὡς ὅραμα τήν ἀνιδιοτελῆ ἀγάπη, πού ἀγωνίζεται (σκληρά μερικές φορές) νά μεταποιῆ καθημερινά τό φυσικό σέ θεανθρώπινο. Ἕνας γάμος πού ὑλοποιεῖ τήν αἰώνια βούληση τοῦ Θεοῦ γιά τόν τρόπο τῆς σχέσης: τή βαθειά κοινωνία τῶν προσώπων.

 
           h-agaph-panta-ellpizei
 
 

Τετάρτη 9 Μαΐου 2012

Ο γάμος του Καραχμέτη


Τάσου Ζαννή


Αν μου ζητούσαν να δώσω με δυο λέξεις το νόημα και το μήνυμα του διηγήματος του Παπαδιαμάντη «Ο Γάμος του Καραχμέτη», θα 'λεγα ότι το διήγημα αυτό είναι το συναξάρι μιας Αγίας Συζύγου. Τούτο όμως με υποχρεώνει να δώσω μιαν εξήγηση του ορού «συναξάρι».

Η διδασκαλία της Εκκλησίας μας βρίσκεται διατυπωμένη στις Γραφές και στα κείμενα των Πατέρων. Αυτή ή διδασκαλία, όμως, όσο κι αν είναι τέλεια διατυπωμένη, θα εκινδύνευε να παραμείνει ανενέργητη υψηλή θεωρία, αν δεν υπήρχαν τα παραδείγματα των Αγίων, πού μας δείχνουν τον τρόπο —ή μάλλον την απέραντη ποικιλία των τρόπων— καθώς και το μέτρο, κατά το όποίο είναι δυνατόν να βιωθεί ή διδασκαλία αυτή. Αυτούς ακριβώς τους τρόπους κι αυτό το μέτρο τα βρίσκουμε στις γραπτές διηγήσεις για τη ζωή των Αγίων, πού αποτελούν τα συναξάρια. Αλλά ένα συναξάρι δεν είναι μια ιστορική βιογραφία, όπως ακριβώς μια βυζαντινή εικόνα ενός Αγίου δεν είναι το πορτραιτο του. Το συναξάρι είναι μια διήγηση πού προσπαθεί να μας κάνει καταληπτό το πέρασμα ενός άνθρωπου από τη φυσική ζωή στη ζωή της αγιότητας, τη μεταμόρφωση του «παλαιού ανθρώπου» σε άνθρωπο πού μετέχει από τώρα στην «καινή κτίση». Τα συναξάρια των Αγίων, παρά το απλοϊκό τους υφός, κλείνουν τόσο βάθος και τόση αληθινή σοφία, ώστε διαβάζοντας τα νοιώθει κανείς τη δροσιά του Θαβώρειου Όρους και τις ανταύγειες του φωτός της Μεταμόρφωσης.

Ακριβώς το αισθημα αυτό είχα κι εγώ όταν διάβασα το διήγημα « Ό Γάμος του Καραχμέτη», γι' αυτό και το χαρακτήρισα αυθόρμητα σαν συναξάρι, μια και αναφέρεται σε πρόσωπα πού έζησαν πραγματικά.




Βρισκόμαστε στη Σκίαθο, την εποχή της τουρκοκρατίας. Ο Κουμπής, ένας από τους προεστούς του χωρίου και φίλος του τούρκου ναυάρχου, μετά από δεκαπέντε χρόνια στείρου γάμου με τη Σεραϊνώ, φλέγεται από την επιθυμία να αποκτήσει παιδιά. Δεν θέλει όμως να τα κάνει με παλλακίδα, γιατί ξέρει πώς «πόρνους και μοιχούς κρίνει ό Θεός». Το σχέδιο του είναι να απαγάγει τη γειτονοπούλα του τη Λελούδα, πού είναι «-μόλις τριάντα χρόνων ίσως - ωραία, ροδόπλαστος, σεμνή, ταπεινή, πτωχή και άμεμπτος, απροστάτευτη και πεντάρφανη» «και να δωροδοκήσει έναν παπάν ή να τον βιάση με φοβέραν... να τους στεφάνωση».

Μια μέρα, πού φθάνει ο τούρκικος στόλος στο νησί, ό Κουμπής παίρνει με δόλο πάνω στη ναυαρχίδα τη Λελούδα και έναν παπά και γίνεται εκεί ο γάμος. Τό γεγονός γιορτάζεται με κανονιοβολισμούς από τη ναυαρχίδα.

«Η Σεραϊνώ, οπού ηγρύπνει εις το σπίτι του Κουμπή, ήκουσε τους κανιοβολισμους καί μόνη αύτη τους εξηγήσει, είς την αληθή σημασίαν των.

- Στερεωμένοι, καλορρίζικοι, έφιθύρισε, σχεδόν άνευ πικρίας. Με γυιους, Κουμπή».

Σε λίγο έφθασαν οί νεόνυμφοι στο σπίτι. Η Σεραϊνώ τους υποδέχθηκε, τους ευχήθηκε και ζήτησε από τη Λελούδα το κλειδί για να μείνει στο σπίτι της.

 Η Λελούδα κατένευσε δακρύουσα. Είτα επρόφερε:

- Να με σχωρέσης.!

- Σχωρεμένη και βλοημένη να 'σαι, είπεν εν έγκαρτερήσει ή πρώην Κουμπίνα.

Την επαύριον πρωί ό Κουμπής έκραξε την γυναίκα καί της είπε:

- Σεραΐνα, πάρε τα ρούχα σου... καί σύρε να καθίσης στο σπίτι σου. Καί, σε παρακαλώ, όσο μπορείς, να τα 'χης καλά με την Κουμπίνα.

- Εγώ θα τα 'χω καλά με την νέαν Κουμπίνα, όπως τα είχα και με την Λελούδα, απήντησεν ή απλή ψυχή. Καί σε περικαλώ, Κουμπή, να μ' αφήσεις να καθίσω στο σπίτι σου, να σου ανατρέφω τα παιδιά πού θα κάμης.- Καλά, ό Θεός σε φωτίζει καί φέρεσαι έτσι, αγία ψυχή, είπε, μη δυνάμενος να κράτηση, ό σκληρός, την συγκίνησίν του.

Εκτοτε ό Κουμπής ωνομάσθη απ' όλον το χωρίον Καραχμέτης, εκ του ονόματος του Τούρκου ναυάρχου...»

Λίγους μήνες μετά το γάμο η Λελούδα έκανε ένα φοβερό λάθος. Εξ αιτίας της ό Κουμπής φόρεσε το δικό της χρυσοκέντητο πουκάμισο καί πήγε στην εκκλησία. Οταν αντελήφθη τα περίεργα βλέμματα των χωρικών πάνω του «εξήλθε δρομαίως. Εφρύαξε κι έτρεξε με σκοπόν καί απόφασιν να σκοτώση την Λελούδα.

Αι δύο γυναίκες... ήσαν έτοιμαι να έξέλθωσι  διά την εκκληοίαν. Με εν βλέμμα ή Σεράίνα έννόησεν, άμα εϊδε τόν Κουμπήν. Ούτος έσήκωσεν ήδη τήν χονδρήν καί σιδηροκέφαλον ράβδον του εναντίον της Λελούδας.

- Παληοβρώμα!

Ή Σεράϊνα επεσεν επάνω είς την ράβδον, είς τα γόνατα του, είς τους πόδας του.

- Ελεος, Κουμπή, έλεος! Δεν το ήθελεν η καημένη. Λάθος έκαμε... Σχώρεσέ την...

Ο  Κουμπής έκάμφθη.

Η Σεράίνα επέζησε δέκα η δώδεκα έτη, δσα ήρκουν δια ν' αναθρέψη τά τέκνα του Κουμπή. Άνεπαύθη καί ετάφη έξωθεν του ναϊσκου του Αγίου Δημητρίου...

Οταν επήγαν μετά τρία έτη να σκάψουν διά την άνακομιδήν των λειψάνων της, λεπτόν θεσπέσιον άρωμα ως βασιλικού, μόσχου καί ρόδου άμα, άνήλθεν είς τους μυκτήρας του ίερέως, του σκάπτοντος εργάτου, της Λελούδας και δύο άλλων παρισταμένων γυναικών.

Τα κόκκαλά της είχον εύωδιάσει.

Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

Λόγια αγάπης να της λες..


Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

"Λόγια αγάπης να της λες:... Εγώ από όλα τη δική σου αγάπη προτιμώ και τίποτε δεν μου είναι τόσο βασανιστικό ή δυσάρεστο, όσο το να βρεθώ κάποτε σε διάσταση μαζί σου.

Κι άν όλα χρειασθή να τα χάσω, κι αν γίνω φτωχότερος από τον Ίρο, κι αν στους έσχατους βρεθώ κινδύνους, ό,τιδήποτε κι αν πάθω, όλα μου είναι ανεκτά κι υποφερτά, όσο εσύ μου είσαι καλά. Και τα παιδιά τότε μου είναι περιπόθητα εφ' όσον εσύ μας συμπαθείς...

Ίσως κάποτε σου πη: Ποτέ ως τώρα δεν ξόδεψα από τα δικά σου, έχω ακόμα τα δικά μου, που μουδωσαν οι γονείς μου. Τότε πες της: Τι λες καλή μου; Έχεις ακόμα τα δικά σου; Ποια λέξη μπορεί να 'ναι χειρότερη από αυτή; Σώμα δεν έχεις πια διικό σου κι έχεις χρήματα; Δεν είμαστε δυο σώματα μετά το γάμο, αλλά γίναμε ένα. Δεν έχουμε περιουσίες, αλλά μία... Όλα δικά σου είναι, κι εγώ δικός σου είμαι, κορίτσι μου. Αυτό με συμβουλεύει ο Παύλος, λέγοντας ότι ο άνδρας δεν εξουσιάζει το σώμα του αλλά η γυναίκα.

Κι αν δεν έχω εγώ εξουσία στο σώμα μου αλλά εσύ, πόσο μάλλον δικά σου είναι τα χρήματα... Ποτέ να μην μιλάς με πεζό τρόπο, αλλά με φιλοφροσύνη, με τιμή, με αγάπη πολλή. Να την τιμάς, και δεν θα βρεθή στην ανάγκη να ζητήση τιμή από άλλους, δεν θα χρειασθή να ζητήση επαίνους αλλού, αν έχη τους δικού σου. Να την προτιμάς από όλους για όλα, για την ομορφιά, για την σωφροσύνη της, και να την εγκωμιάζης. Να κάνης φανερό ότι σ' αρέσει η συντροφιά της κι ότι προτιμάς να μένης στο σπίτι για νασαι μαζί της, απο το να βγαίνης στην αγορά. Από όλους τους φίλους να την προτιμάς, και από τα παιδιά που σου χάρισε, κι αυτά εξ αιτίας της να τα αγαπάς."

Πέμπτη 13 Οκτωβρίου 2011

Συζυγίας Εγκώμιον

 



[...] Ἡ συζυγία ξεκινάει μὲ τὴν ταπείνωση, σαφῶς ἀνεπίγνωστη, ὑποταγῆς σὲ φυσικὲς ἀνάγκες, ἀτομικές, ἐγωκεντρικές: Ἀνάγκη ἡδονῆς, ἀνάγκη συντροφικότητας, ἀνάγκη ἀπεξάρτησης ἀπὸ τὴ γονεϊκὴ προστασία, ἀνάγκη νὰ στήσει ὁ ἀτομικὸς ἄνθρωπος τὸ δικό του σπιτικό, τὴ δική του παρουσία μέσα στὸν κοινωνικὸ βίο. Καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ποὺ «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι» (δὲν ἁλιεύει πρωταθλητές), ἔχει δρομολογήσει νὰ ἱκανοποιοῦνται οἱ φυσικές, ἀτομοκεντρικὲς αὐτὲς ἀνάγκες μέσα ἀπὸ μιὰ πορεία ἀνεπίγνωστης μοιρασιᾶς τῆς ζωῆς καὶ τῆς ὕπαρξης. Ἡ μοιρασιὰ δὲν εἶναι στόχος, στόχος εἶναι ἡ ἱκανοποίηση τῆς ἀτομικῆς ἀνάγκης ποὺ ὅμως περνάει μέσα ἀπὸ τὴ μοιρασιά. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν ἔχει ἡ μοιρασιὰ τίποτα τὸ προγραμματικὰ ἀξιόμισθο. Εἶναι ἀκούσια ταπείνωση ὑποταγῆς στὴν ἀνάγκη. Καὶ ἐπειδὴ ἡ ἀνάγκη εἶναι ἐγωκεντρική, ἡ ἱκανοποίησή της μέσα ἀπὸ τὴ μοιρασιὰ συνεπάγεται, σχεδὸν σὲ κάθε βῆμα πρόσκρουση στὸν ἄλλον, σύγκρουση, φανερὴ ἢ ἀφανὴ διαμάχη, ἀνταγωνισμὸ τῶν ἐγώ. Ἀλλὰ ἡ ἀνάγκη πλεονεκτεῖ, αὐτὴ ὑποχρεώνει τὸ ἐγώ, προοδευτικὰ καὶ ἀνεπαίσθητα, νὰ ὑποταχθεῖ, νὰ καταβάλει τὸ ἔμπονο τίμημα τῆς αὐτοπαραίτησης ποὺ προϋποθέτει ἡ ἱκανοποίηση τῶν ἀναγκῶν.