ΑΘΛΟΦΟΡΕ ΑΓΙΕ ΚΑΙ ΙΑΜΑΤΙΚΕ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΟΝ, ΠΡΕΣΒΕΥΕ ΤΩ ΕΛΕΗΜΟΝΙ ΘΕΩ, ΙΝΑ ΠΤΑΙΣΜΑΤΩΝ ΑΦΕΣΙΝ, ΠΑΡΑΣΧΗ ΤΑΙΣ ΨΥΧΑΙΣ ΗΜΩΝ.
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χριστός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Χριστός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 10 Απριλίου 2015

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΕΟΣΟΜΟΝ ΤΑΦΗΝ ΚΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΝ ΤΩ ΑΔΗ ΚΑΤΑΒΑΣΙΝ



 Αγίου Επιφανίου Κύπρου

(...) Γιατί απέραντη σιωπή βασιλεύει σήμερα στη γη; μεγάλη σιωπή και πολλή ηρεμία. Μεγάλη σιωπή, γιατί ο βασιλεύς κοιμάται. Η γη φοβήθηκε και ησύχασε, γιατί ο Θεός με το σώμα κοιμήθηκε. Ο Θεός με το σώμα πέθανε και ο Άδης ετρόμαξε. Ο Θεός για λίγο κοιμήθηκε και αυτούς που κοιμόνταν αιώνες, από τον Άδη ανέστησε (...).


Σήμερα σώζονται και αυτοί που ζουν επάνω στη γη και αυτοί που αιώνες τώρα βρίσκονται κάτω από τη γη. Σήμερα σώζεται όλος ο κόσμος, ορατός και αόρατος. Σήμερα είναι διπλή η παρουσία του Δεσπότου Χριστού. Διπλή ευσπλαχνία. Διπλή κατάβασις μαζί και συγκατάβασις. Διπλή φιλανθρωπία. Διπλή επίσκεψις στους ανθρώπους. Από τον ουρανό στη γη και από τη γη στα κατοχθόνια κατεβαίνει ο Χριστός. Οι πύλες του Άδου ανοίγονται. Χαρήτε όλοι εσείς που κοιμάσθε από τους πανάρχαιους αιώνες. (...).

Σάββατο 28 Ιουλίου 2012

Κυριακή Η΄Ματθαίου - Ο πολλαπλασιασμός των 5 άρτων


π. Γεωργίου Δορμπαράκη
«Δότε αυτοίς υμείς φαγείν»
Στο γνωστό περιστατικό του πολλαπλασιασμού των άρτων από τον Κύριο, το οποίο επανελήφθη και άλλη φορά, μας μεταφέρει το ευαγγελικό ανάγνωσμα. Ο Κύριος, μόλις είχε ολοκληρώσει τη διδασκαλία Του στα πλήθη που Τον ακολουθούσαν και είχε θεραπεύσει όλους τους αρρώστους τους, και η ώρα ήταν περασμένη. Οι μαθητές του Κυρίου άρχισαν να αντιμετωπίζουν με αγωνία το πρόβλημα της σίτισης τόσων ανθρώπων – πέντε χιλιάδες άνδρες χωρίς τα γυναικόπαιδα: «Απόλυσον τους όχλους, ίνα απελθόντες εις τας κώμας, αγοράσωσιν εαυτοίς βρώματα». Μα, ο Κύριος έχει τον σκοπό Του: είναι η ευκαιρία να φανερώσει για μία ακόμη φορά τη θεϊκή Του δόξα, καλύπτοντας με θαυματουργικό τρόπο την ανάγκη του φαγητού των ανθρώπων και προσανατολίζοντας τους μαθητές Του σε κάτι βαθύτερο: στην ανάγκη τροφής τους από τον αληθινό άρτο, που είναι ο ίδιος Του ο εαυτός. Η εντολή όμως που τους δίνει στο αδιέξοδο που διαφαινόταν, ήταν πέρα από τα δεδομένα της σκέψης τους: «δότε αυτοίς υμείς φαγείν». Δώστε τους εσείς να φάνε.

1. Ο Κύριος, πράγματι, φαίνεται να προκαλεί τη λογική των μαθητών Του: πώς να ταΐσουν τόσους ανθρώπους με ελάχιστα εφόδια – πέντε ψωμιά και δύο ψάρια; Η αντίδρασή τους είναι η ευγενική αντίδραση κάθε λογικού ανθρώπου: κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Οι μαθητές δηλαδή είναι εγκλωβισμένοι στα δεδομένα της ανθρώπινης εμπειρίας, που κινείται στα πλαίσια του πεσμένου στην αμαρτία κόσμου: 1+1=2. Την ίδια στιγμή βεβαίως αποκαλύπτουν την απιστία τους απέναντι στον Χριστό. Διότι Τον αντιμετωπίζουν κι Εκείνον ως έναν από αυτούς, δηλαδή ως άνθρωπο που τα περιορισμένα πλαίσια της ζωής κανονίζουν τις ενέργειές του. Και δεν πρέπει τούτο να μας παραξενεύει. Οι μαθητές του Κυρίου, καλοπροαίρετοι άνθρωποι και με γνήσια αναζήτηση της αλήθειας – γι’ αυτό άλλωστε και κλήθηκαν από Εκείνον – ακολούθησαν τον Χριστό, απλώς υποψιαζόμενοι την ιδιαίτερη σχέση Του με τον Θεόν Πατέρα. Αδυνατούσαν όμως να φτάσουν στο χαρισματικό σημείο να Τον δουν ως τον Υιό του Θεού, τον ίδιο τον ενανθρωπήσαντα Θεό. Κι αυτή η αδυναμία τους διαπιστώνεται και στην Παναγία Μητέρα Του. Ακόμη κι Εκείνη ήταν επιφυλακτική, τουλάχιστον στην αρχή της δράσεώς Του, στις «προκλητικές» ενέργειες του Υιού της, ως μάρτυρα της θεϊκής παρουσίας.

2. Πότε έφτασαν στο σημείο αληθινής όρασής Του, ως τελείου Θεού και τελείου ανθρώπου; Πέρα από συγκεκριμένες ελάχιστες περιπτώσεις, που με φώτιση Θεού αναγνωρίζουν τη θεϊκή Του προέλευση – για παράδειγμα στην ομολογία της θεότητάς Του από τον απόστολο Πέτρο: «συ ει ο Χριστός, ο υιός του Θεού του ζώντος», ή στο γεγονός της Μεταμορφώσεώς Του – η πίστη τους ότι ο διδάσκαλός τους είναι ο Υιός του Θεού αποκτάται την ημέρα της Πεντηκοστής, τότε που το Πνεύμα το Άγιον κατήλθε εν είδει πυρίνων γλωσσών στις κεφαλές τους, οπότε και διανοίχθηκαν τα μάτια τους, για να δουν τον Χριστό, «καθώς εστι». Με άλλα λόγια, τον Χριστό μπορεί κανείς να Τον δει ορθά, όπως είναι, μόνο με τη δύναμη του αγίου Πνεύματος: «ουδείς δύναται ειπείν Κύριον Ιησούν, ει μη εν Πνεύματι αγίω». Χωρίς το Πνεύμα αυτό του Θεού, ο Χριστός παραμένει για τους πολλούς ένας σπουδαίος ίσως άνθρωπος, ένας κοινωνικός επαναστάτης, ένας μεγάλος Δάσκαλος, όχι όμως Θεός. Δικαιολογημένα λοιπόν οι μαθητές του Κυρίου εκφράζουν την απορία τους στην εντολή Του να ταΐσουν αυτοί τον κόσμο. Ήταν πολύ νωρίς για να έχουν νιώσει ποιον είχαν δίπλα τους.

3. Παρ’ όλα αυτά όμως! Κάνουν υπακοή στον λόγο του Κυρίου και γίνονται μέτοχοι του θαυμαστού γεγονότος: τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψάρια πολλαπλασιάζονται και καλύπτουν τις ανάγκες τροφής των χιλιάδων ανθρώπων, κι ακόμη περισσότερο: περισσεύουν και πάρα πολλά, για τα οποία τους δίνεται η εντολή να τα μαζέψουν. Έτσι ο Κύριος τούς δίνει ώθηση να προχωρήσουν πέρα από αυτό που επισημαίνουν οι αισθήσεις τους: στην παντοδύναμη ενέργεια του λόγου και της παρουσίας Του. Θα περάσει ακόμη κάποιος καιρός, είπαμε, μέχρι την Πεντηκοστή, αλλά, έστω και προσωρινά, συνειδητοποιούν – με πολύ εύθραυστο τρόπο είναι αλήθεια: τα γεγονότα του Πάθους θα το αποδείξουν – ότι η λογική υπερβαίνεται όπου υπάρχει Εκείνος. Τα δεδομένα από τις αισθήσεις δεν είναι ικανά να περιορίσουν τη χάρη της προσφοράς Του και την έκχυση της αγάπης Του. Έκτοτε η Εκκλησία μας, ζώντας μέσα στον πλούτο της χάριτος του Κυρίου, θα ψάλλει διαρκώς: «Πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν, οι δε εκζητούντες τον Κύριον, ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού». Η λύση στα θεωρούμενα αδιέξοδα είναι πάντοτε ο Κύριος: «όπου γαρ βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις».
4. Όμως ο Κύριος, ενώ καλύπτει τις συγκεκριμένες υλικές ανάγκες των ανθρώπων, δεν μένει σ’ αυτό. Δεν ήρθε για να γίνει η διέξοδος απλώς των υλικών προβλημάτων του ανθρώπου, σαν να πρότεινε τη λύση ενός κοινωνικού χαρακτήρα πολιτικού σχήματος. Μία τέτοια πρόταση την δέχτηκε ως πειρασμό από τον Πονηρό, στους γνωστούς τρεις πειρασμούς Του στην έρημο, και την απέρριψε. Ο Κύριος έρχεται να δώσει στον άνθρωπο, αυτό που πραγματικά έχει ανάγκη: τον ίδιο τον Θεό, να είναι μέτοχος της αιώνιας ύπαρξής Του. Διότι γι’ αυτό δημιουργήθηκε. Θα αποκαλύψει λοιπόν στους μαθητές Του την απογοήτευσή Του από τον κόσμο που τράφηκε θαυματουργικά – «Με ακολουθούν όχι για τη διδασκαλία Μου, αλλά γιατί τους έθρεψα» - και θα τους προσανατολίσει ακριβώς στο βαθύτερο νόημα της ενέργειάς Του: στην αληθινή τροφή των ανθρώπων που είναι το σώμα Του και το αίμα Του. «Εγώ ειμι ο άρτος ο αληθινός, ο καταβάς εκ του ουρανού. Εάν μη φάγητε τον άρτον τούτον, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς». Σ’ αυτήν την προσφορά Του η Εκκλησία μας είδε έκτοτε το κέντρο και τον πυρήνα της ζωής της. Στη Θεία Ευχαριστία δηλαδή, στην οποία προσφέρεται ο Κύριος, υπό τα είδη του άρτου και του οίνου, εκεί βιώνεται και το αληθινό νόημα του πολλαπλασιασμού των άρτων, με την προϋπόθεση βεβαίως πάντοτε ότι ο άνθρωπος θέλει κι αυτός την προσφορά αυτή. Κι η θέλησή του αυτή φανερώνεται με την τήρηση των αγίων Του εντολών, οι οποίες δημιουργούν το πλαίσιο, ώστε το σώμα και το αίμα του Κυρίου να λειτουργούν με «συμβατό» τρόπο στον άνθρωπο, δηλαδή να μη γίνονται «εις κρίμα ή εις κατάκριμά» του, αλλά «εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον».

Πηγή:http://pgdorbas.blogspot.gr/

Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Ο Εγωισμός της δικαιολογίας


Πρωτ. Γεωργίου Δορμπαράκη
Είναι πολύ γνωστό από την πατερική παράδοση ότι ο εγωισμός συνιστά την ουσία της αμαρτίας. Κάθε πάθος και κακία, μάλιστα δε τα τρία βασικά πάθη της ψυχής, από τα οποία πηγάζουν και όλα τα άλλα, η φιληδονία, η φιλοδοξία και η φιλαργυρία, στο έσχατο βάθος τους συναντούν τον εγωισμό ή αλλιώς τη φιλαυτία. Ο εγωισμός αποτελεί δηλαδή την πηγή κάθε κακού.
Βασικό σύμπτωμα του εγωισμού είναι η δικαιολογία: η προσπάθεια να δικαιώνουμε τον εαυτό μας, ειδικά στις περιπτώσεις που μας κατηγορούν ή που νιώθουμε ένοχοι για κάτι. Και τούτο γιατί έχουμε συνήθως μια ορισμένη εκτίμηση για τον εαυτό μας - μικρή ή μεγάλη, ανάλογα με το είδωλο που έχουμε κτίσει για τον εαυτό μας – που βλέπουμε ότι εξαιτίας κάποιας ενέργειας ή εν γένει της στάσης μας κινδυνεύει να χαθεί. Έτσι η δικαιολογία είναι η προσπάθεια, θα λέγαμε, να μη κλυδωνιστεί ή θρυμματιστεί αυτό το αυτοείδωλο. Είναι ο αγώνας να κρατήσουμε τον εγωισμό μας.

Η προσπάθεια αυτή φαίνεται να είναι συνέχεια της προσπάθειας των προπατόρων μας να μη δεχθούν την αμαρτία τους. Κι εκείνοι, όπως κάνουμε κι εμείς, θέλησαν να δικαιολογηθούν για την ανυπακοή τους. Δεν πήραν το σφάλμα επάνω τους, γι᾽ αυτό και ο καθένας έριχνε το βάρος στον άλλο και κατ᾽ επέκταση στον Θεό. Η έλλειψη αυτή αυτομεμψίας τους ήταν μάλιστα χειρότερη και από την ίδια την ανυπακοή τους. Αυτή τους οδήγησε και στην έξωσή τους από τον Παράδεισο.

Από την άποψη αυτή η δικαιολογία οδηγεί τον άνθρωπο σε απώλεια. Μπορεί να νομίζει κανείς ότι δι᾽ αυτής αποκαθιστά τα πράγματα, στην πραγματικότητα όμως τα καταστρέφει όλα: χάνει την ειρήνη του με τον Θεό, θέτει φράγμα στην επικοινωνία με το συνάνθρωπο, ο ίδιος νιώθει ταραγμένος. Κι είναι επόμενο, αφού η κατάσταση αυτή, καθώς είπαμε, είναι αγώνας για δικαίωση της αμαρτίας και της ειδωλολατρείας. Αλλά ο Χριστός ήλθε να γκρεμίσει όλα τα είδωλα, και πρώτα από όλα το είδωλο του εαυτού μας. Ήλθε να μας ενώσει όλους στη συναίσθηση της αμαρτίας μας, δεδομένου ότι δεν υπάρχει αναμάρτητος επί γης, που σημαίνει: Χριστός και δικαιολογία ως έκφραση αμαρτίας δεν συμβιβάζονται.

Θα πει κανείς: αυτό ισχύει, όταν πράγματι είμαι ένοχος και δεν θέλω να αναγνωρίσω το σφάλμα μου. Όταν όμως δεν φταίω; Δεν χρειάζεται τότε να δικαιολογηθώ; Αν αφήσει κανείς ένα πολύ μικρό ποσοστό για μια τέτοια περίπτωση – και σ᾽ αυτήν όμως χρειάζεται η δικαιολογία να γίνει με πολλή ταπείνωση και χωρίς επιμονή κι αφού ζητηθεί κάτι τέτοιο – η απάντηση είναι κι εδώ αρνητική. Διότι πέρα από το γεγονός ότι μπορεί να έχουμε φταίξει χωρίς να το αντιληφθούμε, όμως είμαστε ένοχοι γενικά ως άνθρωποι κι εμείς αμαρτωλοί, που με τις αμαρτίες μας επιδρούμε και στον υπόλοιπο κόσμο, έστω κι αν δεν το βλέπουμε αισθητά. Είναι δηλαδή βασική διδασκαλία της Εκκλησίας μας ότι ο κάθε άνθρωπος δεν είναι και δεν λειτουργεί ως άτομο, ξεκομμένος από τον υπόλοιπο κόσμο. Όλη η δημιουργία, έλλογη και άλογη, είναι ενοποιημένη, ως δημιούργημα του ενός Τριαδικού Θεού, και κρατείται στην ύπαρξη και οδηγείται στον τελικό της προορισμό από τις άκτιστες ενέργειες του Θεού. Έτσι όλοι είμαστε υπεύθυνοι για όλους και για όλα και όχι μόνο για τον εαυτό μας. Η εκκλησιολογική θεμελίωση της αλήθειας αυτής βρίσκεται μεταξύ των άλλων στην εικόνα της Εκκλησίας ως σώματος, όπου ο καθένας είναι μέλος αυτού του σώματος. Και Εκκλησία στη γενική της έννοια είναι ο κόσμος όλος. Συνεπώς σε κάθε περίπτωση είμαστε κι εμείς ένοχοι, έστω κι αν δεν νιώθουμε κάτι τέτοιο. Οπότε το να μεμφθεί και να μέμφεται κανείς τον εαυτό του για όλα είναι η πιο αληθινή και φυσιολογική γι᾽ αυτόν οδός.

Η ασκητική μας παράδοση έχει διασώσει πολλά λόγια και περιστατικά από τη ζωή των αγίων, που πείθουν για το θέμα αυτό.
 
Ο άγιος Αντώνιος για παράδειγμα, όταν ρωτήθηκε για το ποιο είναι το μεγαλύτερο έργο που έχει να κάνει κανείς απάντησε: Αυτή είναι η πιο μεγάλη εργασία του ανθρώπου: να παίρνει επάνω του το σφάλμα του και να περιμένει πειρασμό μέχρι την τελευταία του πνοή.

Ο άγιος Μωυσής ο αιθίοπας, όταν μπαίνοντας κάποτε ως ιερέας που ήταν στο άγιο Βήμα αντιμετώπισε την περιφρόνηση των άλλων, δεν ταράχτηκε ούτε κατηγόρησε. Μέμφθηκε όμως τον εαυτό του λέγοντας: Καλά σου λένε, αράπη. Αφού δεν είσαι άνθρωπος, τι θέλεις μαζί με τους ανθρώπους;

Ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος μας διασώζει στο ομώνυμό του έργο για κάποιο γέροντα, που έλεγξε ένα νεαρό μοναχό για τον εγωισμό του. Κι όταν εκείνος άρχισε να δικαιολογείται ότι δεν είναι εγωιστής, του είπε: Και ποια μεγαλύτερη απόδειξη του εγωισμού σου θα μου έδινες, παιδί μου, από το ότι λες ότι δεν είσαι εγωιστής;

Ο όσιος Ποιμήν συνήθιζε να λέγει συχνά ότι ο αυτομεμφόμενος βρίσκει σε όλα ανάπαυση, ενώ ο αββάς του όρους της Νιτρίας, καθώς μας λέει επίσης το Γεροντικό, όταν ρωτήθηκε, ῾τι βρήκες περισσότερο σ᾽ αυτόν τον τρόπο ζωής, πάτερ;᾽αποκρίθηκε, ῾Βρήκα το να κατηγορώ και να μέμφομαι τον εαυτό μου πάντοτε᾽, οπότε αυτός που ρώτησε πρόσθεσε, ῾άλλος δρόμος από αυτόν δεν υπάρχει᾽.

Ας μνημονεύσουμε τέλος περιληπτικά κι ένα συγκλονιστικό περιστατικό που μας αναφέρει ο αββάς Ζωσιμάς. Πρόκειται για έναν γέροντα, ο οποίος διατηρούσε στο μοναστήρι που βρισκόταν μια πολύ καλή φιλία μ᾽ έναν διάκονο. Ξαφνικά εκείνος, χωρίς λόγο, άρχισε να ψυχραίνεται μαζί του. Κι όταν τον ρώτησε τι συμβαίνει, ο διάκονος τον κατηγόρησε για κάτι. Εκείνος ψάχνοντας μέσα του διαπίστωσε ότι δεν είχε κάνει ή πει τίποτε, πράγμα που το διαβεβαίωσε στον διάκονο, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Τελικά, μετά κι από άλλες τέτοιες προσπάθειες δικαιολογίας, φωτίστηκε από τον Θεό κι άρχισε να μέμφεται τον εαυτό του λέγοντας ότι κι αν ακόμη δεν νιώθει ένοχος, όμως είναι ένοχος, γιατί μπορεί να έφταιξε χωρίς να το καταλάβει. Μετανιωμένος λοιπόν και νιώθοντας ευγνωμοσύνη για τον διάκονο, που γινόταν αφορμή να δει αθέατες πλευρές του χαρακτήρα του, τον επισκέφτηκε για να του ζητήσει συγγνώμη. Μα η αυτομεμψία του αυτή ήταν κι η αρχή της λύσης της παρεξήγησης. Γιατί πριν προλάβει να πει οτιδήποτε, ο διάκονος πρόσπεσε στα πόδια του λέγοντας ότι ο Θεός τον πληροφόρησε ότι εκείνος δεν φταίει για τίποτε.

Η αυτομεμψία λοιπόν και η αποφυγή της δικαιολογίας είναι η οδός της αγιότητας. Αυτή ειρηνεύει τον άνθρωπο και ανοίγει τον δρόμο για την εύρεση του Θεού και του συνανθρώπου. Η αυτομεμψία, θα μπορούσαμε να πούμε, είναι η οδός της συμμετοχής μας στον Σταυρό του Χριστού. Καθώς Εκείνος μας έσωσε ῾αίρων την αμαρτίαν του κόσμου᾽, έτσι κι εμείς σωζόμαστε και βοηθάμε στη σωτηρία και των άλλων, αίροντας τη δική μας την αμαρτία και σ᾽ ένα ποσοστό και των άλλων, με τη δύναμη βεβαίως του Σταυρωθέντος Κυρίου μας και ικανούμενοι από Αυτόν.
Πηγή: pgdorbas.blogspot.gr/

Σάββατο 7 Ιουλίου 2012

Ἡ θεραπεία τῶν Γεργεσηνῶν


+ Anthony Bloom, Μητροπολίτου Σουρόζ (1914- 2003)

Στό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Πόσο οἰκεία μᾶς εἶναι αὐτή ἡ ἱστορία. Κάθε φορὰ πού τή διαβάζουμε, ἀνακαλύπτουμε ξανά κάτι πού ἀγγίζει τήν καρδιά μας ἤ φωτίζει μέ ἕνα νέο φῶς τό νοῦ μας. Καί σήμερα θά ἤθελα νά στρέψω τήν προσοχή σας σέ τρία χαρακτηριστικά σημεῖα αὐτοῦ τοῦ κειμένου.Τό πρῶτο εἶναι ἡ συμπεριφορά τοῦ δαιμόνων, τῶν δυνάμεων τοῦ κακοῦ, στά θύματά τους. Οἱ δυνάμεις τοῦ κακοῦ δέν ἔχουν ἄλλο σκοπό ἤ ἐπιθυμία ἀπό τό νά κυριέψουν ἕνα ζωντανό πλάσμα, νά τό κάμουν νά ὑποφέρει καί νά ἐκπληρώνει τό θέλημά τους. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μᾶς διδάσκουν ὅτι οἱ δαίμονες δέν δροῦν ἄμεσα στόν κόσμο· αὐτό πού μποροῦν νά κάνουν εἶναι νά σκλαβώνουν τά ἀνθρώπινα ὄντα καί νά τά χρησιμοποιοῦν γιά νά κάμουν τό κακό. Ἔτσι σ’ αὐτό ἀποσκοποῦσαν αὐτές οἱ δυνάμεις τοῦ κακοῦ: νά σκλαβώσουν αὐτούς τούς ἄνδρες καί νά τούς κάνουν ὄργανο καταστροφῆς καί συνάμα νά ὑποφέρουν.

Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

Νέφος Μαρτύρων (Κυριακή των Αγίων Πάντων)


Μετά την Ανάσταση, μαζί με άλλα, ο Ιησούς Χριστός είπε στους Αποστόλους και τα εξής· «λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος εφ’ υμάς και έσεσθέ μοι μάρτυρες έως εσχάτου της γης». Θα λάβετε δύναμη, όταν θα έλθει σ’ εσάς το Άγιο Πνεύμα και θα είσαστε μάρτυρές μου, ως την άκρη της γης. Η Εκκλησία λοιπόν, αφού εόρτασε τον ερχομό του Αγίου Πνεύματος, εορτάζει σήμερα τη μνήμη όλων των Αγίων της, που η αγιοσύνη τους είναι καρπός της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος. Για όλους λοιπόν τους Αγίους, που μαρτύρησαν «τον λόγον του Θεού και την μαρτυρίαν Ιησού», και που δεν είναι λίγοι, αλλά ένα ολόκληρο σύννεφο, θα μιλήσουμε σήμερα.

Χριστιανός είναι ο άνθρωπος, που κάθε ημέρα δίνει «την μαρτυρίαν Ιησού Χριστού», για την οποία λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη. Αυτό βέβαια δεν είναι ανθρώπινο κατόρθωμα, αλλά γίνεται με την προαίρεση και τη θέληση του ανθρώπου και με τη χάρη και τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, «δι’ ον προφήται άπαντες και Θεού Απόστολοι μετά Μαρτύρων εστέφθησαν», καθώς ψάλλομε στον ύμνο της Πεντηκοστής. Αυτή η μαρτυρία είναι στ’ αλήθεια ένας αγώνας και μια πάλη, καθώς γράφει ο Απόστολος, όχι «προς αίμα και σάρκα», εναντίον δηλαδή φυσικών έχθρων και εναντιοτήτων, αλλά «προς τας αρχάς… του σκότους», ένας αγώνας και μια πάλη πνευματική. Γι’ αυτό και τα όπλα, που μεταχειρίζεται ο Χριστιανός για τη μαρτυρία του Ιησού Χριστού είναι όπλα πνευματικά. Αυτό εννοεί ο Απόστολος, όταν γράφει· «ων ουκ ην άξιος ο κόσμος». Όσα υπέφεραν κι όσα κατόρθωσαν οι Άγιοι για τη μαρτυρία Ιησού Χριστού δεν ήταν και ποτέ δεν είναι άξιος να τα κατορθώσει ο κόσμος, με όλες τις φυσικές δυνάμεις και τα μέσα που μπορεί να διαθέσει. Αυτά είναι παθήματα και κατορθώματα, που ξεπερνάνε τα ανθρώπινα μέτρα, και οι Άγιοι τα κατόρθωσαν μόνο με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος.

Έτσι, ως αποτέλεσμα της θείας δύναμης, που χορηγείται στους ανθρώπους ανάλογα με την προαίρεση και την πίστη τους, τα παθήματα και τα κατορθώματα των Αγίων αξίζουν περισσότερο απ’ όλο τον κόσμο. Και πραγματικά ό,τι θα μείνει και θα σταθεί κάποτε μπροστά στο Θεό, σαν πολύτιμο και ένδοξο έργο μέσα σε όσα πράττουν οι άνθρωποι θα είναι μόνο η μαρτυρία Ιησού Χριστού, το αίμα και το δάκρυ κι ο ιδρώτας των Αγίων «εν ονόματι Ιησού Χριστού».

Αλλά στο γεγονός της μαρτυρίας συμβαίνει μεγάλο μυστήριο του Θεού, που είναι μυστήριο αγάπης και δεσμού μεταξύ όλων των Αγίων, και εκείνων που μαρτύρησαν και εκείνων που μαρτυρούν. Εκείνοι που μαρτύρησαν και βρίσκονται τώρα «εν χειρί Θεού», «ουκ εκομίσαντο την επαγγελίαν»· δεν είδαν να εκπληρώνεται η υπόσχεση του Θεού, δεν άκουσαν ακόμα το «Δεύτε οι ευλογημένοι», γιατί περιμένουν εκείνους που μαρτυρούν τώρα στη γη. Ο Θεός πρόβλεψε κάτι καλύτερο για μας· δεν θέλησε να είναι χωριστή η τελείωση εκείνων, που ο αγώνας τους ήταν κοινός με τον δικό μας. Όλοι μαζί θα δοξαστούν οι Άγιοι που δίνουν τη μαρτυρία Ιησού Χριστού, κι αυτό είναι το μέγα μυστήριο του Θεού, το μυστήριο της αγάπης και του δεσμού των πιστών μέσα στην Εκκλησία, την Εκκλησία που είναι τώρα στον ουρανό κι εκείνη που βρίσκεται ακόμα στη γη. Δεν θα ήσαν τέλειοι οι Άγιοι, αν δεν περίμεναν να φτάσουμε κι εμείς στη δική τους τελειότητα· «του Θεού περί ημών κρείττον τι προβλεψαμένου, ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσιν». Ο Θεός κάτι καλύτερο πρόβλεψε για μας, να μας περιμένουν δηλαδή οι Άγιοι, για να λάβουμε όλοι μαζί το βραβείο.

Το μεγάλο αυτό μυστήριο του Θεού είδε και άκουσε ο ευαγγελιστής Ιωάννης, όπως το γράφει στην Αποκάλυψη. Είδα, λέγει, κάτω από το ουράνιο θυσιαστήριο τις ψυχές εκείνων που σφάχθηκαν «διά τον λόγον του Θεού και διά την μαρτυρίαν του αρνίου». Και άκουσε ο Ευαγγελιστής τη φωνή των αθώων θυμάτων, που φώναζαν κι έλεγαν προς το Θεό· «έως πότε, Δέσποτα άγιε και αληθινέ, δεν κάνεις κρίση και δεν εκδικείσαι το αίμα των μαρτύρων που χύθηκε και χύνεται στη γη από τους εχθρούς σου;». Και στο δίκαιο αυτό παράπονο των αγίων Μαρτύρων δόθηκε η απάντηση του Θεού· να αναπαυθούν ακόμα και να περιμένουν λίγο, ώσπου να συμπληρωθεί ο αριθμός των αδελφών μαρτύρων, όλων εκείνων που μέλλουν μέχρι τη συντέλεια των αιώνων να δώσουν την καλή ομολογία και τη μαρτυρία του Ιησού Χριστού.

Η φωνή των Μαρτύρων βοά προς το Θεό, καθώς βοούσε η φωνή του δικαίου Άβελ και η απάντηση του Θεού προς τους δικαίους στον ουρανό είναι να αναπαύονται και να περιμένουν. Από το άλλο μέρος η παραγγελία του Αποστόλου προς τους δικαίους στη γη είναι να αγωνίζονται και να υπομένουν να μη λησμονούν το σύννεφο των μαρτύρων, που πριν από αυτούς έδωσαν την καλή ομολογία· να πετάνε από πάνω τους κάθε μάταιο κοσμικό βάρος· να φυλάγονται από την αμαρτία, που ενεδρεύει σε κάθε περίσταση και να τρέχουν τον αγώνα του βίου τους με υπομονή·πο «…τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων, όγκον αποθέμενοι πάντα και την ευπερίστατον αμαρτίαν δι’ υπομονής τρεχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα» .

Και δεν είναι μόνο το σύννεφο των μαρτύρων που πριν από μας αγωνίσθηκαν κι έδωσαν τη μαρτυρία Ιησού Χριστού, αλλά πρώτος απ’ όλους ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, ο αρχηγός και θεμελιωτής της πίστεως μας· εκείνος που πήγε μπροστά απ’ όλους, τέλειωσε νικητής τον αγώνα και μας δείχνει τον τρόπο και μας δίνει τη δύναμη να τον τελειώσουμε κι εμείς το ίδιο. Επάνω του να είναι τα μάτια μας και στ’ αχνάρια του να περπατάμε. Ο ίδιος καλεί τους ανθρώπους να τον ακολουθήσουν, ελεύθερα και με τη θέλησή τους, όταν λέγει· «όστις θέλει…». Κι ο ίδιος τους προτρέπει να τον μιμούνται, όταν τους διδάσκει· «…ίνα, καθώς εγώ εποίησα υμίν, και υμείς ποιήτε».

Πρέπει να προσέξουμε πως αυτό, που η θεία Γραφή λέγει μαρτυρία κι αυτό, που η Εκκλησία ονομάζει μαρτύριο, είναι το ίδιο. Η μαρτυρία Ιησού Χριστού φτάνει ως το μαρτύριο· μαρτύριο του σώματος, που σφραγίζεται με αίμα και μαρτύριο της συνειδήσεως χρονιότερο και επιπονότερο, που ποτίζεται με ιδρώτα και δάκρυ. Η πείνα και η δίψα για τη δικαιοσύνη είναι πείνα και δίψα των αγίων, εκείνων που κάθε ημέρα μαρτυρούν και δίνουν την καλή ομολογία. Γι’ αυτούς είναι γραμμένο «ώδε έστιν η υπομονή και η πίστις των αγίων», γιατί οι άγιοι δεν κάνουν επανάσταση και δεν γκρεμίζουν για να φτιάξουν τον κόσμο, αλλά εργάζονται και χτίζουν για να γίνει καλύτερος ο κόσμος. Ο κόσμος δεν γίνεται καλύτερος με τη δική μας αδικία επάνω στους άδικους, αλλά με περισσότερη δικαιοσύνη και υπομονή των αγίων. Γιατί σκοπός δεν είναι να γίνει καλύτερος ο κόσμος, αλλά να γίνει πρώτα καλύτερος ο άνθρωπος, για να μπορέσει έτσι να φτιάξει τον κόσμο. Δεν είναι τα πράγματα που φτιάχνουν τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος που φτιάχνει τα πράγματα. Μέσα σ’ έναν κόσμο άδικο και βρώμικο, η φωνή του Θεού λέγει· «ο δίκαιος δικαιοσύνην ποιησάτω έτι, και ο άγιος αγιασθήτω έτι». Όλο πιό δίκαιοι κι όλο πιό άγιοι, για να μπορέσουμε να φτιάξουμε τον κόσμο. Εδώ βέβαια ο λόγος δεν έχει τελειωμό. Υπάρχει τόση αντίθεση και σύγχυση στις γνώμες των ανθρώπων, που ό,τι και να πεις κινδυνεύεις να δεχθείς σφοδρή επίθεση από κάθε πλευρά. Όμως εμείς δεν λέμε δική μας γνώμη, αλλά ό,τι λέγει ο Θεός· «ο άγιος αγιασθήτω έτι».

Ο κόσμος παρουσιάζει την εικόνα της Αποκάλυψης· είναι η αμαρτωλή γυναίκα, που πίνει και μεθά «εκ του αίματος των αγίων και εκ του αίματος των μαρτύρων Ιησού…». Και η Εκκλησία μέσα στον κόσμο, που προσπαθεί να τον προσλάβει και να τον μεταμορφώσει, εορτάζει σήμερα τη χριστιανική αγιοσύνη· την αγιοσύνη όχι σαν μια αφηρημένη έννοια και θεωρητική ιδέα, αλλά ως ζωντανή αρετή και προσωπική πείρα όλων των Αγίων. Αυτοί οι Άγιοι, οι με κάθε τρόπο «πεπελεκισμένοι διά την μαρτυρίαν Ιησού», όπως αναφέρεται στην Αποκάλυψη, είναι ένα ολόκληρο σύννεφο, μέσα στο οποίο ζούμε και αναπνέουμε. Είναι ο ιερός κόσμος της Εκκλησίας, με τη ζωή και την παράδοσή της, μέσα στην οποία γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε και γινόμαστε «κατά δύναμιν Θεού» μάρτυρες των παθημάτων και της ανάστασης Ιησού Χριστού, καθώς και ελπίζουμε να γίνουμε «και της μελλούσης αποκαλύπτεσθαι δόξης κοινωνοί». Και ο κόσμος αυτός δεν είναι διανοητικό κατασκεύασμα, φτιαχτός και ιδεολογικός, αλλά πραγματικός και ζωντανός· ένα ολόκληρο «περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων». Αμήν.
(Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης +Διονυσίου, «Ο Λόγος του Θεού», τ. Β΄, εκδ. Αποστ. Διακονία, σ.642-646)

Σάββατο 5 Μαΐου 2012

Κυριακή του Παραλύτου


Ο Χριστός ήταν και είναι η μόνη και διαρκής παράκληση κάθε ανθρώπου. Φυγαδεύει κάθε θλίψη και μεταμορφώνει κάθε ανθρώπινο πόνο. Κανένας δεν αγάπησε τόσο πολύ τον άνθρωπο και δεν τον απάλλαξε από τον φόβο των οριακών του καταστάσεων, όσο ο Χριστός.


Στα Ιεροσόλυμα, στον χώρο της προβατικής κολυμβήθρας, στην επιλεγόμενη Βηθεσδά γίνεται το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού, που σήκωνε το σταυρό της ασθένειάς του 38 ολόκληρα χρόνια.

Στην κατάσταση αυτή όπως συμπεραίνουμε από το ευαγγελικό κείμενο τον οδήγησε η αμαρτία και η διακοπή της σχέσεώς του με το Θεό. Και εκεί που τα ανθρώπινα σχήματα είχαν καλλιεργήσει μέσα του την απελπισία και τη μοναξιά, εκείνος περίμενε υπομονετικά τη θεραπεία του. Και το θαύμα γίνεται. Ο Θεός δεν τον αφήνει. Ο λόγος του Χριστού είναι σωτήριος. «Να, έχεις γίνει καλά. Από ‘δω και πέρα μην αμαρτάνεις για να μην πάθεις χειρότερα». Η λυτρωτική παρουσία του Κυρίου θεραπεύει το σώμα και την ψυχή του παραλύτου

Ο Θεός γίνεται προσιτός με την άκτιστη χάρη Του και τις άκτιστες ενέργειές Του, που είναι μέρος της θείας υπάρξεώς Του. Ο άνθρωπος μπορεί πραγματικά να συναντήσει το Θεό. Η συνάντηση όμως αυτή γίνεται με τρόπο ησυχαστικό, δηλαδή γίνεται στο χώρο της καρδιάς, όπως έγινε η συνάντηση του Χριστού με τον Παραλυτικό.

Η αναζήτηση λοιπόν, του Θεού δε γίνεται μόνο με την ανθρώπινη διάνοια αποκομμένη από την υπόλοιπη ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά με τον όλο αδιαίρετο άνθρωπο, και κέντρο αυτής της προσπάθειας είναι η ανθρώπινη καρδιά.


Ο άνθρωπος δεν μπορεί να συναντήσει τον Θεό όσο βρίσκεται ο διάβολος μέσα στην καρδιά του, που συχνά εξουσιάζει την καρδιά του ανθρώπου.

Η μόνη μας φροντίδα πρέπει να είναι η βίωση της ζωής του Χριστού, να είμαστε μαθητές Του και να πάψουμε να είμαστε δέσμιοι της αμαρτίας. «Πας ο ποιών την αμαρτίαν, δούλος εστί της αμαρτίας. Ο δε δούλος ου μένει εν τη οικία εις τον αιώνα. Ο Υιός μένει εις τον αιώνα. Εάν ουν υμάς ελευθερώση όντως ελεύθεροι έσεσθε» (Ιω. 8, 34-36). Αυτή ακριβώς την ελευθερία χαρίζει ο Κύριος στον παραλυτικό, στον καθένα μας, ο οποίος αγωνίζεται να γίνει υιός του Θεού και να κατοικήσει αιώνια στην οικία του Πατρός του. Βέβαια η προσευχή μας γι’ αυτό δεν έρχεται αμέσως. Δεν είναι εύκολη υπόθεση να διατηρούμε στην καρδιά μας τη μνήμη του Θεού, ενώ είμαστε περικυκλωμένοι από ένα κόσμο, ο οποίος δεν προσεύχεται και δεν ζει ευχαριστιακή ζωή.
Η προσευχή μεταφέρει το νου και την καρδιά στην αιωνιότητα και το μόνο που μας απασχολεί είναι πως θα γίνουμε άξιοι του Θεού. Αυτό δεν σημαίνει μια παθητική ζωή έξω από τους αδελφούς μας, μια κατακόρυφη ατομική σχέση με το Θεό. Αντίθετα, ο άνθρωπος της προσευχής είναι εκείνος που με την προσευχή του αγκαλιάζει όλους τους ανθρώπους, όλη την κτίση, όλο τον κόσμο. Το πνεύμα της προσευχής μας κάνει να κυριαρχούμε στα πάθη μας και όχι στους άλλους, μας κάνει ανθρώπους αγάπης, ευσπλαχνίας, κατανοήσεως, ευγένειας. Μας κάνει να είμαστε σαν τον Κύριο που άκουσε το παράπονο του παραλυτικού και τον θεραπεύει, τον λυτρώνει.
Η προσευχή στη χαρά, στη δοκιμασία, στον πειρασμό και στον αγώνα είναι η ελπίδα μας και η χαρά μας.


π. Ε. Π.

Σάββατο 28 Απριλίου 2012

Κυριακή των μυροφόρων



Αλεξάνδρου Σμέμαν

Ακούγοντας τη διήγηση για τη σταύρωση και το θάνατο του Χριστού, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας, με εντυπωσιάζει συνεχώς μια λεπτομέρεια της ιστορίας: η μέχρι τέλους αφοσίωση μιας χούφτας ανθρώπων, κυρίως γυναικών, για τις οποίες το ευαγγέλιο δεν λέει σχεδόν τίποτε άλλο. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως οι μαθητές του Χριστού, όλοι τους, έφυγαν και τον άφησαν μόνο. Ο Πέτρος Τον αρνήθηκε τρεις φορές. Ο Ιούδας Τον πρόδωσε. Τα πλήθη ακολουθούσαν το Χριστό ενώ κήρυττε, και όλοι περίμεναν να πάρουν κάτι απ' Αυτόν: προσδοκούσαν βοήθεια, θαύματα και θεραπείες, περίμεναν την απελευθέρωσή τους από τη μισητή Ρωμαϊκή κατοχή, περίμεναν απ' Αυτόν να ασχοληθεί με τις επίγειες μέριμνές τους. [...]

Τις αποκυλίσει ημίν τον λίθον;


Αρχιμ/του Τιμοθέου Κ. Κιλίφη

Το ερώτημα αυτό το έθεσαν μεταξύ τους οι μυροφόρες γυναίκες προτού πάνε στον τάφο του Χριστού, για ν' αλείψουν το σώμα του με αρώματα. Ερώτημα δικαιολογημένο, και δύσκολο, γιατί "ο λίθος ην μέγας σφόδρα".

Και όμως δεν έμειναν με σταυρωμένα τα χέρια μέσα στην απογοήτευσή τους. Προχώρησαν χωρίς να έχουν λύση στα χέρια τους. Είχαν, όμως, δέσει την καρδιά τους με το Χριστό. Προχώρησαν με την πίστη και την αφοσίωση σ' αυτόν.

Και η λύση δόθηκε από τον ουρανό. Μόλις έφτασαν στον τάφο βρήκαν τον λίθο αποκυλισμένο. Ο ουρανός έδωσε τη λύση του.

Όλοι μας προχωρούμε ανάμεσα σε ογκόλιθους. Αμέτρητοι είναι οι ογκόλιθοι που βρίσκονται μπροστά μας. Ογκόλιθοι φτώχειας, αρρώστιας, φόβου θανάτου, συκοφαντίας, κατατρεγμών, δυσπιστίας, κρίσης θεσμών, εκδήλωσης παθών και άλλοι πολλοί, που αρκετές φορές είναι τρομακτικοί. Πολλές φορές τρομάζουμε κι απελπιζόμαστε βλέποντας τους τεράστιους αυτούς ογκόλιθους που φράζουν το δρόμο της ζωής μας.

Όμως, δεν πρέπει να φοβόμαστε. Αν προχωρούμε, όπως οι μυροφόρες, με πίστη και αφοσίωση στον Χριστό, οι ογκόλιθοι θα υποχωρούν.

Κανένας ογκόλιθος ποτέ δεν είναι δυνατότερος από το Χριστό.


Από το βιβλίο: Στοχασμοί από τον άμβωνα

Σάββατο 21 Απριλίου 2012

Κυριακή του Θωμά

From the altar of the Church of St John the Baptist, Chesmenskaya

Ηλιάνα Κάουρα, θεολόγος

Η Κυριακή μετά το Πάσχα ονομάζεται Αντίπασχα ή Κυριακή του Θωμά. Η έννοια του Αντίπασχα αποτελεί έμμεση αναφορά στην μετά την ανάσταση του Ιησού Χριστού περίοδο αφού είναι η επόμενη Κυριακή από την Κυριακή του Πάσχα. Επίσης η ονομασία Κυριακή του Θωμά αναφέρεται στη συνάντηση του αναστημένου Ιησού Χριστού με τους Μαθητές του, και το γεγονός της ψηλάφησης του Θωμά.

Ο Χριστός μετά την ανάστασή του εμφανιζόταν στους μαθητές Του για σαράντα μέρες ,όπως και στη συγκεκριμένη ευαγγελική περικοπή που έχουμε δύο εμφανίσεις του Ιησού Χριστού, τις οποίες περιγράφει ο ευαγγελιστής Ιωάννης. Η πρώτη εμφάνιση του Ιησού Χριστού έγινε την ίδια ημέρα της ανάστασης, μπαίνοντας ο Ιησούς Χριστός στο σπίτι που ήταν μαζεμένοι οι μαθητές, τους απηύθυνε το χαιρετισμό «ειρήνη υμίν» και τους έδειξε τα σημεία του πάθους στα χέρια και την πλευρά του. Οι μαθητές χάρηκαν από την παρουσία του Κυρίου και ο Ιησούς φύσηξε στα πρόσωπά τους, επιφορτίζοντάς τους με αποστολή, η οποία είναι παρόμοια με εκείνη του Χριστού που έλαβε από τον Πατέρα του. Η επόμενη εμφάνισή του Ιησού γίνεται οχτώ μέρες αργότερα όταν ήταν παρών και ο απόστολος Θωμάς, ο οποίος απουσίαζε στην πρώτη εμφάνιση του Ιησού Χριστού και όταν ενημερώθηκε από του υπόλοιπους αποστόλους για την εμφάνιση του Κυρίου είπε ότι αν δε δει στα χέρια Του τα σημάδια από τα καρφιά και αν δε βάλει το δάκτυλό του στα σημάδια από τα καρφιά και το χέρι του στη λογχισμένη Του πλευρά δεν θα πιστέψει. Έτσι έχουμε και τη δεύτερη εμφάνιση του Κυρίου κατά την οποία καλεί τον απόστολο Θωμά να βάλει το χέρι του στις πληγές Του για να πειστεί για την Ανάστασή Του.

Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΩΣ ΣΥΝΕΡΓΟΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Η Ενανθρώπηση του Κυρίου έπρεπε να πραγματοποιηθεί μετά από την ελεύθερη συγκατάθεση και αποδοχή της από τους ανθρώπους. Η εν Χριστώ αγάπη του Θεού πρέπει να γίνει αποδεκτή σε μία κοινωνία εμπιστοσύνης, υπακοής και αγάπης του ανθρώπου. Γι’ αυτό και ο Θεός «της υπομονής και της παρακλήσεως» αναζητούσε σε όλη την περίοδο της Ιεράς Ιστορίας το κατάλληλο πρόσωπο, που θα εκπροσωπούσε όλους τους ανθρώπους και θα αποδεχόταν την έλευση του Μεσσίου προσφέροντας μάλιστα την «ανθρώπινη σάρκα» στον Θεό Λόγο.
Η Παρθένος Μαρία ήταν εκείνη, που ετοιμάστηκε από τον Θεό, αλλά και από την καθαρή, παρθενική και αμόλυντη φύση της να γίνει η Μητέρα του Ενανθρωπήσαντος Κυρίου. Η Παναγία εκπροσωπεί ολόκληρο το ανθρώπινο γένος στην αποδοχή και την συνεργία του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας. Η Παναγία αντιπροσωπεύει το «πεπτωκός» ανθρώπινο γένος του παλαιού Αδάμ, αλλά συγχρόνως με το μυστήριο της Σαρκώσεως του Χριστού αρχίζει και μία νέα δημιουργία (=καινή κτίση).

Η Παναγία δέχθηκε την Χάρη του Θεού και σ’ αυτό συνετέλεσε πολύ η προσωπική της αγιότητα και καθαρότητα από κάθε αμαρτία. Το μυστήριο της Παναγίας αρχίζει από την πλήρη αφιέρωση της στον Θεό και τον πνευματικό αγώνα κατά της αμαρτίας και μάλιστα σ’ ένα απαράδεκτο και αρνητικό περιβάλλον, όπως ήταν η κωμόπολη της Ναζαρέτ. Εδώ φαίνεται καθαρά, πως οι θεουργικές δυνάμεις του «κατ’ εικόνα Θεού» πλασθέντος ανθρώπου διαθέτουν τον εσωτερικό δυναμισμό, που μπορεί να μεταλλάξει σε καλό δρόμο και το χειρότερο κοινωνικό περιβάλλον.

Αν ο άνθρωπος δεν ακολουθεί αυτό το υπόδειγμα της Παναγίας, τότε ο πνευματικός δυναμισμός και εξοπλισμός του αδυνατεί και υποτάσσεται στην τραγική και δαιμονική κατάσταση του περιβάλλοντος. Η Παναγία είναι η Κεχαριτωμένη, «ότι εύρε χάριν παρά Θεού» για να γίνει Μητέρα του Σαρκωθέντος Θεού Λόγου. Η ειδική όμως πληρότητα της χάριτος του Θεού αποκαλύπτεται στην Παναγία, όταν φθάνει στο σημείο να αποδέχεται πρώτη από όλα τα κτίσματα την σωτηρία του θυσιασθέντος Υιού και Θεού της.

Η μετοχή της Παναγίας σ’ αυτή την σωτηρία δεν είναι μόνο η ρομφαία, που πέρασε και ετραυμάτισε την μητρική καρδιά της. Έχουμε όμως και την πλήρη αποδοχή της σωτηρίας, που την οδήγησε στην «κατά χάριν» θέωση της από αυτόν ακόμη τον παρόντα κόσμο. Το μυστήριο της Ενανθρωπήσεως του Κυρίου, όπου με την συμμετοχή της συνείργησε η Παναγία, ήταν και γι’ αυτήν το μυστήριο της προσωπικής υπάρξεως της. Βέβαια η κατάσταση της υπάρξεως της ήταν ξεχωριστή και μοναδική. Γι’ αυτό και η παρθενική της καθαρότητα εστόλισε την ζωή της, που ήταν αφιερωμένη και παραδομένη στο θέλημα του Θεού.

Η Παναγία ζούσε για τον Θεό και όχι αποκλειστικά για τον εαυτό της. Η Αειπαρθενία της Θεοτόκου αναφερόταν και στον νουν και την ψυχή και το σώμα της. Η Εκκλησία μας θεωρεί την Παναγία σε μια κατάσταση πληροτητος και τελειότητος και την βλέπει πάντα αχώριστα ενωμένη με τον «Υιόν και Θεόν» της «καθήμενον εν δεξιά του Θεού και Πατρός». Η Εκκλησία μας ψάλλουσα ομολογεί:

«Τάφος και νέκρωσις ουκ εκράτησεν ως γάρ ζωής μητέρα προς την ζωήν μετέστησεν, ο μήτραν οικήσας αειπάρθενον» (Κοντάκιο Κοιμήσεως). Η Παναγία είναι μια ζώσα μετοχή στη μεσιτική ιδιότητα του Ιησού Χριστού ( = Μεσίτης Θεού και ανθρώπων) και στη λυτρωτική και σώζουσα αγάπη Του. Η Θεοτόκος είναι η πραγματική κοινή Μητέρα όλων των ανθρώπων, γιατί η ουσία της μητρότητας της είναι η πλήρης ταύτιση της με τον Θεάνθρωπο Κύριο. Από τον βαθμό της λατρείας του ανθρώπου προς την Θεοτόκο εξαρτάται και η αναγεννώσα και σώζουσα σχέση του με την Εκκλησία.
Η Παναγία την εικονίζει και αδιάκοπα συνδέει τους ανθρώπους μαζί Της, δηλαδή με τον Ιησού Χριστό.

ΚΩΝ/ΝΟΥ ΣΟΦ. ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗ

Μητρική μεσιτείαΗ Υπεραγία Θεοτόκος είναι πνευματική Μητέρα των Χριστιανών, διότι ο Υιός της είναι αδελφός μας, καθώς είπε ο ίδιος «πορεύου προς τους αδελφούς μου» (Ιωάννου κ' 17). Ακόμη είναι Μητέρα των Χριστιανών, διότι κοινωνούμε την πανάχραντο σάρκα του Υιού της κατά Συμεών τον νέον θεολόγον. Άρα κάθε Χριστιανός είναι υιός κατά χάριν της Παναγίας και πρέπει να την μακαρίζει, διότι υπερβαίνει κατά την αγάπη και συμπάθεια, την φιλοστοργία και τα σπλάγχνα, όλες τις φυσικές μητέρες.

Πρέπει να γνωρίζουμε ότι η Κυρία Θεοτόκος μεσιτεύει μεταξύ του σαρκωθέντος Ιησού και των ανθρώπων. Ο άγιος Γερμανός λέει ότι χωρίς την βοήθεια της Θεοτόκου κανείς δεν θα ήταν πνευματικός, κανείς δεν θα γνώριζε τον Θεό, κανείς δεν θα σωζόταν, κανείς δεν θα εύρισκε έλεος. Αυτή δίνει καιρό μετανοίας στον αμαρτωλό και στον αδιόρθωτο. Γι’ αυτό ο θλιβόμενος σ’ αυτήν καταφεύγει, ο άρρωστος σ’ αυτήν προσκολλάται, ο πολεμούμενος πίσω απ’ αυτήν οχυρώνεται, αυτή μεταβάλλει το θυμό-οργή-θλίψη των πονηρών αγγέλων, αυτή μεταστρέφει την απειλή και καταδίκη, διότι αγαπά πολύ το γένος των Χριστιανών. Γι’ αυτό ο λαός των Χριστιανών με δισταγμό αποτείνεται στον Θεό, ενώ με θάρρος αυτήν παρακαλεί και της έχει εμπιστοσύνη.

Μέσω της Θεοτόκου πρέπει να ικετεύουμε τον Χριστό, που γεννήθηκε απ’ αυτήν. Καθώς διά της παραβάσεως του Αδάμ το ανθρώπινο γένος αμάρτησε στον Θεό και Πατέρα και συμφιλιώθηκε με Αυτόν μέσω του Κυρίου μας Ιησού Χριστού (Ρωμαίους ε' 10), έτσι και όταν αμαρτάνουμε και γινόμαστε εχθροί του Χριστού, δεν μπορούμε με άλλο μέσο ν’ απολαύσουμε τη συγχώρηση των αμαρτιών μας και να συμφιλιωθούμε με Αυτόν, παρά μόνο μέσω της Πανάχραντου και αγαπημένης του Μητέρας, διά της οποίας κατατροπώνουμε και τους εχθρούς μας Δαίμονες, (ιε' 319).

Από αυτά συμπεραίνουμε ότι, επειδή ο Υιός του Θεού είναι χρεώστης στη Μητέρα Του, γι’ αυτό χρεωστικώς έπρεπε να την δοξάσει με όλες τις θεοπρεπείς δόξες και τιμές πρώτον, και δεύτερον χρεωστικώς πρέπει να εισακούει τις ικεσίες και αιτήσεις της Μητέρας Του.

Είδες δόξες, αγαπητέ; είδες μεγαλεία της Παρθένου; Πρόστρεχε λοιπόν με ευλάβεια και πίστη σ’ αυτήν και δι’ αυτής θα λάβεις από τον Θεό τα προς σωτηρίαν αιτήματα σου (ιε' 548).
Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ

Ιερομ. ΜΑΞΙΜΟΣ

Πηγή:Πηγή Ζωής
ΑΡ. ΦΥΛΛΟΥ 135 - 15 Αυγούστου 2007

Δευτέρα 16 Απριλίου 2012

Να μοιραστούμε με τους άλλους τη μεγάλη χαρά της Ανάστασης…

Επισκόπου Διοκλείας Καλλίστου Γουέαρ

Επειδή ο Χριστός, ο Θεός μας, είναι αληθινός άνθρωπος, πέθανε μ’ ένα πλήρη και γνήσιο ανθρώπινο θάνατο πάνω στο Σταυρό. Αλλά επειδή δεν είναι μόνο αληθινός άνθρωπος αλλά και αληθινός Θεός, επειδή είναι η ίδια η ζωή και η πηγή της ζωής, αυτός ο θάνατος δεν ήταν, και δεν θα μπορούσε να είναι, το τελικό κλείσιμο.

Η ίδια η Σταύρωση είναι μια νίκη αλλά ενώ τη Μ. Παρασκευή η νίκη είναι κρυμμένη, το πρωί του Πάσχα διακηρύσσεται. Ο Χριστός ανασταίνεται από τους νεκρούς και με την ανάστασή του μας λυτρώνει από την αγωνία και τον τρόμο η νίκη του Σταυρού βεβαιώνεται, η αγάπη φανερώνεται ανοιχτά, ότι είναι πιο δυνατή απ’ το μίσος και η ζωή πιο δυνατή απ’ το θάνατο. Ο ίδιος ο Θεός πέθανε και αναστήθηκε από τους νεκρούς κι έτσι δεν υπάρχει πια θάνατος ακόμη κι ο θάνατος γέμισε από το Θεό. Αφού ο Χριστός αναστήθηκε, δεν είναι ανάγκη πια να φοβόμαστε καμιά σκοτεινή ή δαιμονική δύναμη μέσα στο σύμπαν. Όπως διακηρύττουμε κάθε χρόνο στην πασχαλινή Λειτουργία τα μεσάνυχτα, με λόγια που αποδίδονται στον άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο:

Πέμπτη 12 Απριλίου 2012

Ζυγός δικαιοσύνης


Ο ευαγγελιστής Λουκάς, που έχει ως πηγή την Παναγία, παρουσιάζει στο ευαγγέλιό του χαρακτηριστική σκηνή του τρόπου με τον οποίο ο άνθρωπος διαχρονικά τοποθετείται έναντι του προσώπου του Χριστού. Είναι αυτή η σκηνή των δύο ληστών, που συσταυρώνονται εκατέρωθεν του Χριστού. Πόσο διαφορετική η στάση τους απέναντί Του!

Ο ένας ληστής ακούγοντας τους χλευασμούς των παρευρισκομένων ιουδαίων προσθέτει σ’ αυτούς βρισιές κατά του συσταυρωμένου Ιησού και λέγει: “Αν είσαι συ ο Χριστός, σώσε τον εαυτό σου και εμάς”. Ο ληστής αυτός αντιπροσωπεύει τους ανθρώπους που βιώνουν την κοσμική βεβαιότητα υπό ποικίλες μορφές. Είναι απόλυτα πεπεισμένοι ότι ο κώδικας αξιών, τον οποίο έχουν αποδεχθεί και προς τον οποίο έχουν εναρμονίσει τον βίο τους, είναι απολύτου και διαχρονικού κύρους. Δεν έχουν ουδεμία διάθεση αυτοκριτικής και επανεξέτασης της πορείας τους. Δεν αναλογίζονται το άδηλο και ευμετάβλητο της ισχύος εκ της εξουσίας ή του χρήματος (τόσο οι ηγέτες και οι πλουτούντες, όσο και οι οπαδοί και οι οσφυοκάμπτες κόλακες). Φυσιώνονται από την πληθώρα των γνώσεων ή την αναγνώριση των ταλέντων, ωσάν να αποτελούν αυτά αξίες καθ’ εαυτές. Τέλος μπορεί να ζουν, όπως και οι άρχοντες των ιουδαίων, με τη βεβαιότητα ότι έχουν υποχρεώσει τον Θεό!

Ο πρώτος ληστής θέλει να επωφεληθεί από εκείνη την πρώτη και συμπτωματική γνωριμία με τον Ιησού, για να σώσει τη ζωή του! Το ίδιο και οι συνοδοιπόροι του, αρνητές ή αμφιβάλλοντες, στην πρώτη δοκιμασία ( προσωπική σταύρωση) κραυγάζουν: “Αν υπάρχεις, Θεέ μου, σώσε με”. Οι ιουδαίοι θέλουν να περάσει ο Χριστός και την τελευταία δοκιμασία, να κατεβεί δηλαδή από τον σταυρό, για να πιστέψουν σ’ Αυτόν. Όσοι ιουδαΐζουν (ασθένεια ιδιαίτερα διαδεδομένη στο χώρο της δυτικής χριστιανοσύνης) ζώντας με τη βεβαιότητα της απόλυτης ικανοποίησης του Θεού από τη στάση ζωής τους, μπροστά στην ίδια δοκιμασία αναφωνούν: “Γιατί σ’ εμένα, Θεέ μου;”. Τόσο οι μεν όσο και οι δε είναι ανήμποροι να κατανοήσουν δύο βασικά πράγματα, την μεγάλη αξία της προσωπικής μας ελευθερίας, ως δώρο Θεού, και την απόλυτη αγαθότητά Του. Οι πρώτοι, έχοντας απωλέσει την αίσθηση της κατά Θεόν ελευθερίας λόγω της υποδούλωσης στα πάθη, καυχώνται για την ελευθερία στην άρνηση του Θεού. Και είναι άξιο παρατήρησης ότι ο αθεϊσμός είναι σύλληψη της διανόησης σε χριστιανικές λεγόμενες κοινωνίες. Εκεί όπου, όπως γράψαμε, επλεόνασε στο παρελθόν η ψευδής αντίληψη της ικανοποίησης του Θεού και στις ημέρες μας η εκκοσμίκευση της πίστης. Στο όνομα δήθεν της ελευθερίας οι μεν αρνούνται τον Θεό. Στο όνομα της “υποχρέωσης του Θεού” οι δε καυχώνται ως “διαχειριστές του σχεδίου του Θεού”! Τόσο οι μεν όσο και οι δε αρνούνται στην ουσία τον Θεό, γιατί αρνούνται τη σταύρωση-δοκιμασία (μακάριοι οι πενθούντες), ενώ σπέρνουν διαρκώς δοκιμασίες στους άλλους. Τον αρνούνται, γιατί ποθούν διακαώς την προβολή (μακάριοι οι πραείς), γιατί είναι ακόρεστοι και άπληστοι (μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνη), γιατί είναι εγωπαθείς και σπάταλοι (μακάριοι οι ελεήμονες), γιατί είναι ακάθαρτοι στην ψυχή (μακάριοι οι καθαροί στην ψυχή), γιατί σπέρνουν πολέμους από τον γείτονα ως τα άστρα (μακάριοι οι ειρηνοποιοί), γιατί επιδιώκουν το κακό και το άδικο (μακάριοι όσοι διώκονται για το καλό), γιατί είναι αλαζόνες και υπερήφανοι (μακάριοι οι ταπεινοί στο φρόνημα, οι λοιδορούμενοι ως “πτωχοί τω πνεύματι”. Άφησα τελευταίο τον πρώτο μακαρισμό του Χριστού, για να τονίσω την βασική προϋπόθεση επίτευξης των επομένων στόχων). Τέλος κάποιοι επιρρίπτουν στην απόλυτη Αγαθότητα το κακό επί της γης, για να αποδείξουν δια της εις άτοπον απαγωγής τη μη ύπαρξη του Θεού! 
      
Ο άλλος ληστής, ίσως επιβαρυμένος με τις ίδιες εγκληματικές πράξεις, κρατά στάση πολύ διαφορετική. Επιπλήττει τον “συνάδελφό” του στο έγκλημα με τα ακόλουθα: “Δεν φοβάσαι τον Θεό, ενώ υποφέρεις το ίδιο βασανιστήριο; Και εμείς δίκαια τιμωρούμαστε. Απολαμβάνουμε αντάξια των πράξεών μας. Αυτός όμως δεν έπραξε κανένα άτοπο”. Ο ληστής αυτός αντιπροσωπεύει όλους τους ανθρώπους που ζουν με τη διαρκή αμφιβολία περί της ορθότητας της πορείας τους στη ζωή. Δεν επιχειρούν ανά πάσα στιγμή την αυτοδικαίωση και όταν βρεθούν μπροστά στην καταφρονεμένη και καταδικασμένη αθωότητα, επαναστατούν κατά του εαυτού τους. Δεν αναζητούν δικαιολογίες, για να ελαφρύνουν τη θέση τους. Αποδέχονται το μεγαλείο της Αλήθειας, μετανοούν και ζητούν ταπεινά τη συγχώρηση. Ο ληστής αυτός είναι ο πρώτος ένοικος της βασιλείας του Θεού! Αποτελεί σκάνδαλο της “θείας αδικίας”, για εκείνους τους “πιστούς” που “υποχρέωσαν τον Θεό” υπηρετώντας Τον από μικρά παιδιά. Αποτελεί σκάνδαλο και για άλλους, γιατί του χαρίστηκαν τα πάντα επειδή την έσχατη στιγμή μετανόησε (μετρά αυτό με τα ανθρώπινα κριτήρια; Η μεταμέλεια δεν ακυρώνει τη θανατική καταδίκη). Αποτελεί πρόφαση και για τρίτους που “προγραμματίζουν” την μετάνοια στα γεράματα υπό το βαρύ κλίμα του επερχομένου σ’ αυτά θανάτου. Πίσω από τον ευγνώμονα ληστή στοιχίζονται οι διαχρονικά μετανοημένοι αμαρτωλοί. Είναι εκείνοι που σε κάποια στιγμή της ζωής τους, επειδή ήσαν “πτωχοί τω πνεύματι”, άρπαξαν την ευκαιρία που δόθηκε και στον ληστή. Είναι πρώτος ο εκατόνταρχος του Γολγοθά, που κραύγασε “αλήθεια αυτός ήταν γυιός Θεού”, ο μετέπειτα μάρτυς Λογγίνος. Ακολούθησαν τελώνες, πόρνες, ληστές και πολλοί απλοί άνθρωποι, τα ονόματα των οποίων δεν τα έγραψαν οι ιστορικοί σε βιβλία, αλλά και άλλοι σημαντικοί και κατά την εξουσία και κατά την ευμάρεια και κατά τη γνώση (ο πλέον διαδεδομένος στη Δύση μύθος είναι αυτός των πιστών ως διανοητικά υποδεεστέρων). Καθένας τους αισθάνθηκε βαθειά τη συγκίνηση από την αγιότητα του βίου, την τόσο καταφρονεμένη από τον κώδικα αξιών του κόσμου τούτου.

Και άλλοι είδαν τα συμβάντα που είδε ο εκατόνταρχος, όμως δεν επωφελήθηκαν από την ευκαιρία που τους δόθηκε. Οι στρατιώτες που φύλαγαν τον τάφο, αρκέστηκαν στο όφελος εκ της δωροδοκίας. Άλλοι ήσαν αλυσσοδεμένοι με τις τιμές και τα αξιώματα του κόσμου τούτου, άλλοι υπήρξαν δεσμώτες των παθών και άλλοι της διανοητικής τους υπεροχής. Όλοι αυτοί ενώπιον του Κριτού θα ζήτησαν ασφαλώς τη χάρη του πλουσίου καταφρονητού του φτωχού Λαζάρου: “Στείλε κάποιον νεκρό στη γη, να τον δουν, να τρομάξουν, να αλλάξουν ζωή, ώστε να σωθούν”! Το αιώνιο πρόβλημα της ελευθερίας, το πλέον ακανθώδες σήμερα πρόβλημα στον δυτικό κόσμο! Από τους ιουδαίους, των οποίων ταλάνιζε την ψυχή ο Χριστός με το να μην φανερώνει τη δύναμή Του, ώς τους σύγχρονους αρνητές οι πάντες αισθανόμαστε βαρύ το φορτίο της προσωπικής ελευθερίας. Γι’ αυτό και σπεύδουμε να την εναποθέσουμε στα πόδια του οποιουδήποτε αυτόκλητου σωτήρα με αντάλλαγμα την απεμπόληση της ευθύνης και της οδύνης κατά τη λήψη των αποφάσεων, ενώ πεισματικά, στο όνομα της ελευθερίας και αυτό είναι το τραγικό, αρνούμαστε τον ζυγό του Χριστού! Όμως ο Χριστός στέκει προκλητικός στο ιστορικό στερέωμα επί δύο χιλιάδες χρόνια. Στη λήθη αντιστέκεται η Αλήθεια. Κανένας “ορθολογισμός” δεν μπορεί να παραβλέπει αυτό. Αν η Ανάστασή Του μας είναι τόσο ανυπόφορη, αυτό έχει απλή και ξεκάθαρη εξήγηση!
 

“ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ”


Τετάρτη 11 Απριλίου 2012

Προς το Πάθος



Αποστόλου Παπαδημητρίου

Κύλισαν αιώνες από τότε που ο Θεός έγινε άνθρωπος και προσέφερε τον εαυτό του θυσία, με σκοπό να καταργήσει τις θυσίες αίματος που ζητούσε ο ίδιος ή οι ψευτοθεοί, που λάτρευαν οι άνθρωποι της αποστασίας.
Ο Χριστός, ως άνθρωπος, εισήλθε θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα. Αλλά σε τι συνίστατο ο θρίαμβός του; Είχε ήδη συντρίψει τον προαιώνιο εχθρό μας, τον θάνατο, ανασταίνοντας τον Λάζαρο. Η φήμη του θαύματος είχε ταχέως εξαπλωθεί και ο λαός τον υποδεχόταν ως βασιλιά, βασιλιά χορηγό της ζωής. Ο Χριστός ήταν ιδιαίτερα προσεκτικός στο να αποφεύγει να σχηματίζει ο λαός ψευδείς εντυπώσεις για το έργο του. Αυτή τη φορά δεν απέφυγε τους αίνους του λαού, όπως τότε που, μετά τον χορτασμό, αυτός έσπευσε να το ανακηρύξει βασιλιά. Τους άκουγε χωρίς να αντιδρά, με συνέπεια να σκανδαλίσει τους άρχοντες των Ιουδαίων, οι οποίοι θορυβήθηκαν από το πλήθος που έτρεξε να τον υπαντήσει και το εγκώμιο που του έπλεκαν. Βέβαια ο Χριστός δεν είχε ανάγκη από επευφημίες, γνώρισμα διαχρονικό των ανθρωπαρέσκων ηγετών του κόσμου. Γνώριζε πολύ καλά το ευμετάβλητο της γνώμης και των αισθημάτων του βασανισμένου λαού. Του αρκούσε όμως το ότι τον αναγνώριζαν ως βασιλιά ακόμη και καθισμένο σε γαϊδουράκι κι αυτό αγγαρευμένο με κάπως περίεργο τρόπο.

Ίσως ήταν αυτή του η κίνηση άκρως συμβολική, για να απαντήσει έμπρακτα και στους μαθητές του που ζήτησαν πρωτοκαθεδρίες. Αυτός δεν σχημάτισε αυλή κατά το πρότυπο των επιγείων αρχόντων. Τους μαθητές του αποκαλούσε φίλους και ζητούσε απ’ αυτούς που θέλουν να ασκούν εξουσία να είναι υπηρέτες όλων. Ακατανόητα πράγματα στην ιστορία του ανθρώπου αλλά ισχύοντα στη βασιλεία του Θεού. «Η βασιλεία η εμή ουκ εστίν εκ του κόσμου τούτου» θα πει μετά από λίγες ημέρες στον Πιλάτο. Τότε που οι αρχιερείς του Ισραήλ τον παρέδωσαν με την βαρειά κατηγορία της αντιποίησης της αρχής του μισητού σ’ εκείνους Καίσαρα. Αλλά το μίσος που έτρεφαν προς τον Ιησού Χριστό ήταν απείρως βαθύτερο. Ενώ είχε καθ’ όλες τις μαρτυρίες τα εχέγγυα, ώστε να τον αναγνωρίσουν ως Μεσσία, τους βασάνιζε αφόρητα επί τρία έτη τηρώντας αναξιοποίητη την ισχύ του, η οποία ενεργουμένη θα έφερε στον Ισραήλ την πολυπόθητη εθνική ελευθερία και θα τον οδηγούσε, ως εκλεκτό λαό του Θεού, στην παγκόσμια κυριαρχία. Ο Χριστός κορυφώνει την αγανάκτησή τους με τα «ουαί» που εκστομίζει εναντίον τους ακόμη και στα έσχατα κηρύγματά του. Πώς είναι δυνατό να βρίσκονται αυτοί οι «δίκαιοι» διαρκώς στο στόχαστρό του και να παραβλέπονται οι αμαρτωλοί της εποχής, οι τελώνες και οι πόρνες;
Ο Χριστός προς του τελευταίου επί γης δείπνου με τους μαθητές του προβαίνει και σε άλλη άκρως προκλητική ακόμη και γι’ αυτούς κίνηση. Πλένει τα πόδια τους! Ο απόστολος Πέτρος έχοντας περισσότερο θάρρος από τους υπολοίπους αρνείται. Συνιστά η άρνηση την πλέον συγκαλυμμένη μορφή εγωισμού. Δεν ήθελε αποδεχόμενος να δεσμευθεί με την υποχρέωση να πλένει κι αυτός τα πόδια των δικών του μαθητών στη συνέχεια.

Δεν θέλουμε και εμείς σήμερα όχι να πλένουμε τα βρώμικα πόδια των αδελφών μας των ελαχίστων αλλά ούτε και να κοινωνούμε στις ανάγκες τους προσφέροντας τουλάχιστον από το περίσσευμά μας! Μόνο ο επί γης «αντιπρόσωπος του Θεού» εμμένει στο να θεατρινίζει πλύνοντας τα πλυμένα πόδια των καρδιναλίων του! Στο δείπνο του Χριστού με τους μαθητές του λαμβάνει χώρα η παράδοση του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας. Το σωτηριώδες αυτό μυστήριο, σύμφωνα με την πίστη μας, οι χριστιανοί του κόσμου των διαμαρτυρομένων έχουν υποβιβάσει σε αναμνηστική τελετή και πλείστοι όσοι άλλοι, μεταξύ των οποίων και ορθόδοξοι, προσέρχονται σπανιότατα, ώστε να διατηρηθεί το έθιμο ή η οικογενειακή παράδοση. Ο Χριστός πορεύεται προς το πάθος και καθ’ οδόν διαπιστώνει ότι ολοένα και λιγότεροι τον συνοδεύουν!  

Προ του πάθους ο Χριστός περνά δοκιμασία, την οποία δεν κατανοούμε, άπιστοι αλλά και πιστοί. Είναι η δοκιμασία στον κήπο της Γεθσημανή. Ζητά από τον Πατέρα Του να απομακρύνει το ποτήριο της δοκιμασίας. Η αγωνία του κορυφώνεται και κατ’ αυτήν αισθάνεται εντελώς μόνος, καθώς οι κουρασμένοι μαθητές καταβάλλονται από τον ύπνο. «Το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής». Εκεί τον βρίσκουν οι διώκτες του. Ο Πέτρος για μία ακόμη φορά εκφράζει το πνεύμα του κόσμου τούτου με τη χρήση βίας. Αμέσως μετά το σκηνικό ανατρέπεται, καθώς το ένστικτο της αυτοσυντήρησης παρακινεί τον καθένα με το σύνθημα «ο σώζων εαυτόν σωθήτω». Μόνον ο Ιωάννης, αυτός που ζητούσε εγκόσμιες πρωτοκαθεδρίες, αίρεται επάνω από τις ανθρώπινες αδυναμίες. Ο Πέτρος έχοντας εμπιστοσύνη στις δυνάμεις του καταρρέει προδίδοντας τον δάσκαλό του ακόμη και μπροστά σε μια αδύναμη υπηρετριούλα!

Οι δικαστές του Χριστού τηρούν συνοπτικές διαδικασίες. Βιάζονται να τον θανατώσουν και θεωρούν οδυνηρό το ότι οι κατακτητές απαγορεύουν σ’ αυτούς την θανατική καταδίκη. Ο Πιλάτος βρίσκεται μπροστά σε ιδιάζουσα υπόθεση αιτήματος θανατικής καταδίκης για λόγους, τους οποίους αγνοεί και δεν πολυενδιαφέρεται να μάθει. Είχε όλη τη διάθεση να αθωώσει το Χριστό, εκφράζοντας την αντιπάθειά του προς τους διώκτες του. Αυτοί όμως δεν ήσαν διατεθειμένοι να αφήσουν το θύμα τους να διαφύγει. Είχαν αυτή τη φορά με το μέρος τους τον λαό που επευφημούσε τον Χριστό ως βασιλιά μόλις πριν από λίγες ημέρες! Και όταν ο Πιλάτος εμμένει στην άποψη της αθωώτητας καταφεύγουν στο τελευταίο και ισχυρότερο όπλο τους: Την τρομοκρατία: Δεν είναι δυνατόν να αδιαφορεί ο διοικητής για την αντιποίηση της αρχής του Καίσαρα! Παύει με τη στάση του να είναι φίλος του αυτοκράτορα. Αλλά τότε κινδυνεύει η θέση του. Ο Πιλάτος δεν είχε λόγους να διακινδυνέψει για κάποιον, έστω και αν τον έκρινε αθώο. Ήταν εκπρόσωπος του παλαιού κόσμου. Τον παραδίδει «εις το σταυρώσαι».

Κάτω από το σταυρό οι άρχοντες των Ιουδαίων παραμένουν να δουν το τέλος. Αυτός που βασάνιζε επί τριετία τις ψυχές τους σε λίγο θα πάψει να αναπνέει. Βρίσκουν ευκαιρία πρώτης τάξεως να ειρωνευθούν τον Χριστό, που υφίσταται το μαρτύριο του σταυρού, το πλέον απάνθρωπο του αρχαίου κόσμου (στον νέο ανακαλύψαμε πολλά απείρως φρικτότερα): «Άλλους έσωσεν εαυτόν ου δύναται σώσαι»! Και ο Χριστός αντιμετωπίζει αυτούς και τους στρατιώτες με το αίτημα προς τον Πατέρα του: «Πάτερ άφες αυτοίς ου γαρ οίδασι τι ποιούσι».
Θα ακούσουμε και εφέτος, καθώς κάτι μας οδηγεί στους ναούς, πιστούς, «πιστούς» και «απίστους» το «σήμερον κρεμάται επί ξύλου». Λίγο αργότερα θα ακούσουμε το «Χριστός ανέστη». Πόσοι θα θεωρήσουμε τον λόγο ως παραλήρημα των όντως πιστών; Σε μας ποιος ρόλος απ’ εκείνους των ανθρώπων που παρακολούθησαν την πορεία του Χριστού προς το πάθος και την ανάσταση μας ταιριάζει; Μήπως είναι καιρός να αναζητήσουμε άλλον ρόλο;